Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Ρυθμοί ανάπτυξης ή καταστροφής;

του Κωνσταντίνου Μπλάθρα

Με τον ερχομό της νέας χρονιάς έχουμε όλοι ανάγκη από ένα λόγο ελπίδας. Ιδιαίτερα μάλιστα μετά τη χρονιά που πέρασε, το σημαδιακό 2010, που οδήγησε σε πολλές ανατροπές, ακόμα δε περισσότερο, που το 2011 αναμένεται να είναι πιο δύσκολο. Όπως και η κυβέρνηση προειδοποιεί, το 2011 θα είναι ακόμα μία χρονιά ύφεσης, για να οδηγηθούμε, όπως ο ίδιος ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου δήλωσε, το 2012 και πάλι στην ανάπτυξη.

Από την ύφεση στην ανάπτυξη: αυτός είναι ο μόνος δρόμος -το μόνο παιχνίδι, αν προτιμάτε– για το χρηματοπιστωτικό (τοκογλυφικό) σύστημα. Μόνο που αυτός ο δρόμος, με τις αλλεπάλληλες παλινδρομήσεις του από την κατανάλωση στη φτώχεια για τους πολλούς, με τα υπέρογκα κέρδη για τους ολίγιστους, γίνεται κάθε μέρα και μια πιο μεγάλη παγίδα για τον άνθρωπο και τον πλανήτη. Για να μιλήσουμε για ελπίδα, λοιπόν, θα πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε την κρίση σε όλο της το μέγεθος σαν μία κρίση μοντέλου ανάπτυξης, σαν μια κρίση του ίδιου του συστήματος.

Από αυτή τη σκοπιά, η κρίση που ζούμε, θα μπορούσε να γίνει μια πραγματική ευκαιρία για να επαναδιατυπωθεί αυτό το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης. Μπορεί σήμερα ο καπιταλισμός να είναι κυρίαρχος, μία εικοσαετία από την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι και το τελευταίο στάδιο της ανθρώπινης ανάπτυξης. Σήμερα δεν είναι λίγοι εκείνοι που βλέπουν ότι και για τον καπιταλισμό μέλλεται ένα παρόμοιο τέλος κατάρρευσης με εκείνο του υπαρκτού. Η πέρα από κάθε όριο υλιστική απληστία δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στη δίδυμη κατάρρευση και του δεύτερου κεφαλιού του τέρατος του «διπρόσωπου υλισμού», όπως η «χριστιανική δημοκρατία» (ΧΔ) και ο ιδρυτής της Νικόλαος Ψαρουδάκης διακήρυτταν ήδη από τη δεκαετία του 1960. «Οι ρυθμοί ανάπτυξης της δύσης του 20ού αιώνα, οι οποίοι δεν έχουν όμοιό τους στην ανθρώπινη ιστορία», λέει σήμερα ο καθηγητής στο αυτόνομο πανεπιστήμιο της ΒαρκελώνηςΓιώργος Καλλής, «βασίστηκαν στην εκμετάλλευση των τεράστιων αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων. Η υλική βάση της κοινωνίας είναι το πετρέλαιο», συνεχίζει για να καταδείξει ότι η συρρίκνωση των πετρελαϊκών αποθεμάτων και η, με βάση τη συρρίκνωση αυτή, κερδοσκοπία στις τιμές των καυσίμων είναι στα θεμέλια της παγκόσμιας κρίσης, η οποία δεν μπορεί να έχει τέλος, αφού οι πόροι που μπορούν να αντληθούν από τη γη είναι πεπερασμένοι («κόσμος του επενδυτή», 31/12-2/1/2011).

Μα, θα πείτε, υπάρχει και η περίπτωση των νέων εξορύξεων και εκμεταλλεύσεων, π.χ. φυσικού αερίου στη Μαύρη Θάλασσα ή των μελετώμενων νέων εξορύξεων στη Λευκή Θάλασσα (Μεσόγειο) κ.λπ., που θα δώσουν νέους ενεργειακούς πόρους. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι το αυξημένο κόστος αυτών των εξορύξεων από ολοένα και μεγαλύτερα βάθη της γης, δεν μπορεί παρά να παρατείνει τις κρίσεις. Επιπλέον, όπως μάς θυμίζει το οικολογικό κίνημα, το περιβαλλοντικό κόστος μιας τέτοιας ανάπτυξης -μιας τέτοιας απληστίας, θα διορθώναμε εμείς– έχουμε αρχίσει από τώρα να το πληρώνουμε, με απρόβλεπτες εξελίξεις στο κλίμα της γης, που μπορεί να οδηγήσει στην έξοδο εκατομμυρίων ανθρώπων από τις κοιτίδες τους. Όπως καταλαβαίνετε, το κοινωνικό και πλανητικό κόστος μιας τέτοιας απληστίας είναι γεωμετρικά πολλαπλάσιο του οικονομικού, το οποίο επίσης έχει αρχίσει να γίνεται δυσβάστακτο.

Η συνειδητοποίηση, άρα, αυτής της κατάστασης -και η κρίση μάς δίνει μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία– μπορεί για μας σήμερα να είναι μία ελπίδα για τη χώρα μας αλλά και για τον πλανήτη.

Έχουμε ανάγκη το δημόσιο

Και είναι αλήθεια ότι οι σημερινές προκλήσεις είναι προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν σε πλανητικό επίπεδο. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πράγματα που πρέπει επειγόντως να γίνουν ιδιαίτερα στη χώρα μας, μόνο που αυτά δεν μπορούν να είναι μόνο στην κατεύθυνση ενός οικονομίστικου εκσυγχρονισμού. Γιατί εμείς, όταν λέμε εκσυγχρονισμό δεν εννοούμε την ανάπτυξη των τραπεζών και των πολυκαταστημάτων, όπως δυστυχώς τον ζούμε στην ακραία του εκδοχή στην Ελλάδα σήμερα. Για τη χώρα μας ο πραγματικός εκσυγχρονισμός δεν μπορεί παρά να περνάει από τη συγκρότηση ενός σύγχρονου δημόσιου τομέα, ο οποίος θα επενδύσει στην ανθρώπινη ποιότητα, σε μια Ελλάδα που θα πρέπει επιτέλους να σταματήσει να τρώει τα παιδιά της. Και μπορεί μεν όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι να μην είναι «χαραμοφάηδες» σαν τον Πάγκαλο, που κρίνει τους πάντες και τα πάντα με κριτήριο την αφεντιά του, αλλά η χρόνια άλωση του κράτους από τους κομματικούς στρατούς και η παντελής έλλειψη οργανογραμμάτων και αξιοκρατίας έχει οδηγήσει όλον τον δημόσιο τομέα σε ολοσχερή νέκρωση, που αδικεί όλους εκείνους που μέσα σ' αυτόν τον κυκεώνα αγωνίζονται να κάνουν τη δουλειά τους.

Και ο εκσυγχρονισμός του ελληνικού δημοσίου είναι νευραλγικός, γιατί παρά τα όσα λέγονται και που τεχνηέντως προπαγανδίζονται, η Ελλάδα έχει ανάγκη τον δημόσιο τομέα τόσο στην οργάνωση όσο και στην παραγωγή. Η ανάπτυξη δημοσίων επιχειρήσεων είναι ένα πραγματικό όπλο για μια μικρή χώρα, με μικρό εμβαδόν και οικονομικό όγκο, για να κρατήσει τη θέση της μέσα σ' έναν παγκόσμιο ανταγωνισμό, που κάθε μέρα γίνεται και πιο σκληρός. Ο εξορθολογισμός και η χρηστή διοίκηση είναι το ζητούμενο, βεβαίως, σ' αυτές της δημόσιες επιχειρήσεις, ώστε να σταθούν πράγματι δημιουργικά στο πλευρό της πραγματικής ελληνικής οικονομίας. Το ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων στους ξένους ανταγωνιστές τους μοιάζει με την εκποίηση του σπιτιού της οικογένειας: τα χρήματα που θα εισπραχθούν θα τη διαθρέψουν για ένα σύντομο χρονικό διάστημα ενώ εν τω μεταξύ θα έχει μείνει χωρίς στέγη!

«Η Ελλάδα που αγαπήσαμε και χάσαμε»

Και το κυρίως ζητούμενο, «το κεφάλι» από το οποίο «βρωμάει το ψάρι», είναι η επιστροφή από την ψευδή δημοκρατία του ασύστολου λαϊκισμού, στην πραγματικά λαϊκή δημοκρατία της (συν)ευθύνης. Η αναγκαία σήμερα όσο ποτέ μεταρρύθμιση του πολιτικού μας συστήματος με βάση αυτή την αρχή θα πρέπει να αφορά το θεμέλιο του πολιτικού εκσυγχρονισμού, την ελληνική δημοκρατία. Η επιστροφή των Ελλήνων μάλιστα σε μορφές κοινοτικής ανάπτυξης -δεν εννοούμε, προς Θεού, την επιστροφή σε ένα «παραδεισένιο» παρελθόν- η επιστροφή μας στη μεγάλη μας δημοκρατική παράδοση, με άλλα λόγια, μπορεί να είναι μία πρόταση και για το μέλλον του κόσμου. Αυτό μπορεί να φαίνεται ακραίο και σοβινιστικό κι όμως δεν είναι. Τα σύγχρονα κινήματα, όπως το κίνημα της «αποανάπτυξης», το οποίο συνυπολογίζει στην μετρήσιμη ανάπτυξη και την ανάπτυξη της κοινωνίας και όχι μόνο της οικονομίας, προβάλλουν στοιχεία αυτού του παρελθόντος, τα οποία μπορούν να είναι σήμερα και αύριο αξιοποιήσιμα.

Δανείζομαι και πάλι τα λόγια του καθηγητή Καλλή, ο οποίος μίλησε πρόσφατα στο Χαλάνδρι και την Αθήνα: «εμένα οι κοινότητες της αποανάπτυξης δεν μου θυμίζουν τόσο τα κοινόβια της δεκαετίας του '60 όσο μια αναβίωση της Ελλάδας που αγαπήσαμε και χάσαμε, της Ελλάδας του χωριού, των νησιών και της κοινότητας, με όλα τα καλά της απλότητας και της συντροφικότητας, και χωρίς τα βαρίδια του παρελθόντος (καταπίεση, έλλειψη βασικών ελευθεριών κ.λπ.)».


Όπως καταλαβαίνετε, στο σημείο αυτό η πολιτική οικονομία συναντάει τη φιλοσοφία και νομίζω ότι στον τομέα αυτό η χριστιανική φιλοσοφία για την οικονομία, όπως προφητικά την έχει αναπτύξει η ΧΔ (δες σχετικά κείμενα των Νίκου Ψαρουδάκη και Γιώργου Ροδίτη), μπορεί πράγματι να συνεισφέρει. Το έργο είναι μεγάλο και οι εργάτες -όπως πάντα- λίγοι.

Η ανάπτυξη που στηρίζεται στην τοκογλυφία και στους (τραπεζικούς) οικονομικούς δείκτες δεν είναι η έξοδος είναι το ίδιο το τούνελ. Μη σας θαμπώνουν τα φώτα που ρίχνουν στους τοίχους του οι προπαγανδιστές, αυτά δεν είναι το φως της εξόδου. Εάν δεν βγούμε από την κρίση ως κοινωνία ολόκληρη και συγκροτημένη, τότε η μέλλουσα καταστροφή θα είναι η ολοκληρωτική καταβύθισή μας στην αναρχία και το φόβο. Εάν αντίθετα, η κρίση μας οδηγήσει σε συζητήσεις και σκέψεις όπως οι παραπάνω, τότε πράγματι αυτή η κρίση είναι μια ευκαιρία. Θα την αρπάξουμε για να επαναδιαπραγματευθούμε συλλογικά το παρόν και το μέλλον μας ή θα καταπλακωθούμε κάτω από τα συντρίμμια του καταρρέοντος υλιστικού καπιταλισμού;

Χριστιανική

Ο Κωνσταντίνος Μπλάθρας είναι θεολόγος και σκηνοθέτης, εκδότης-διευθυντής της «χριστιανικής» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου