Τετάρτη 30 Μαΐου 2012

Το ανεκπλήρωτο… γαλλικό όνειρο


Η σημερινή  κρίση της ευρωζώνης είναι το αποτέλεσμα της εμμονής της Γαλλίας για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, το όνειρο δηλαδή της πολιτικής ενοποίησης που ξεκίνησε μετά τη λήξη του Β‘ΠΠ, όταν δυο κορυφαίοι Γάλλοι πολιτικοί, οι Jean Monnet και Robert Schuman, πρότειναν την σύσταση των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης.



Οι πολιτικοί αυτοί θεωρούσαν πως μια αμερικανικού τύπου ένωση θα απέτρεπε την επανεμφάνιση των συγκρούσεων, που προκάλεσαν τρεις μεγάλους ευρωπαϊκούς πολέμους. Ήταν μια ελκυστική πρόταση, που όμως δεν λάμβανε υπόψη τον αμερικανικό τρομακτικό εμφύλιο πόλεμο.

Μια ευρωπαϊκή πολιτική ένωση θα έκανε την Ευρώπη ισχυρή, όπως τις ΗΠΑ, και άρα θα έδινε στην Γαλλία, με το δυναμικό της διπλωματικό σώμα, έναν σημαντικό ρόλο τόσο στο ευρωπαϊκό, όσο και στο διεθνές γίγνεσθαι.

Το όνειρο αυτό οδήγησε στην Συνθήκη της Ρώμης του 1956, που καθιέρωσε μια ζώνη ελεύθερου εμπορίου, η οποία εξελίχθηκε στην ΕΟΚ. Αυτό δημιούργησε κάποια οικονομικά πλεονεκτήματα, αλλά όπως και η αμερικανική NAFTA, δεν μείωσε τις εθνικές ταυτότητες, ούτε δημιούργησε κάποιο αίσθημα πολιτικής ενότητας.

Αυτό προσπάθησε να το κάνει η Συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992, η οποία και καθιέρωσε την ΕΕ. Ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Jacques Delors, ζήτησε την δημιουργία ενός κοινού νομίσματος, βασιζόμενος στην άποψη ότι αλλιώς, η ενιαία αγορά δεν θα μπορούσε να λειτουργεί αποτελεσματικά. Σε ένα πιο ρεαλιστικό επίπεδο, οι υπέρμαχοι του κοινού νομίσματος πίστευαν πως οι λαοί θα άρχιζαν να ταυτίζουν τους εαυτούς τους με την Ευρώπη, και πως η μετατόπιση προς μια ενιαία ΕΚΤ θα βοηθούσε στην απομάκρυνση των εξουσιών από τις κατά τόπους εθνικές κυβερνήσεις.

Η Γερμανία αντιστάθηκε στο ευρώ, ισχυριζόμενη πως θα πρέπει να προηγηθεί η πλήρης πολιτική ενοποίηση. Δεν υπήρχε όμως πιθανότητα να το δεχτούν οι  υπόλοιπες χώρες μέλη, οπότε η άρνηση της Γερμανίας δεν ήταν παρά ένας τεχνικός ελιγμός, για να αποτραπεί το ενιαίο νόμισμα.

Το Βερολίνο δεν ήθελε να χάσει το μάρκο, που αποτελούσε σύμβολο της οικονομικής του ισχύος, και δέσμευση  για την σταθερότητα των τιμών. Με τον καιρό, η Γερμανία συμφώνησε (με διστακτικότητα), όταν ο Γάλλος πρόεδρος François Mitterrand το έβαλε ως όρο, προκειμένου η χώρα του να στηρίξει την επανένωση της Γερμανίας.

Στη συνέχεια, και ως αποτέλεσμα της γαλλικής επιμονής, χαλάρωσε και ο όρος της Συνθήκης του Μάαστριχτ, που ήθελε τα εθνικά χρέη να είναι κάτω από το 60% των ΑΕΠ, για όποια χώρα ήθελε να ενταχθεί στο ευρώ. Αυτός ήταν και ο λόγος που μπήκαν στην ευρωζώνη οι Ελλάδα, Ισπανία, και Ιταλία.

Οι πολιτικοί εκείνης της εποχής αδιαφόρησαν για τις προειδοποιήσεις των οικονομολόγων, πως το κοινό νόμισμα θα δημιουργούσε προβλήματα σε μια νομισματική ένωση αποτελούμενη από ετερογενείς οικονομίες. Αγνόησαν δηλαδή τα οικονομικά ρίσκα, προτάσσοντας την ανάγκη της πολιτικής ενοποίησης.

Το ευρώ προκάλεσε μια απότομη πτώση στα επιτόκια των περιφερειακών κρατών, κάτι που οδήγησε σε φούσκες χρέους στα ακίνητα, και που ενθάρρυνε τις κυβερνήσεις να δανείζονται υπέρμετρα, προκειμένου να καλύψουν τις αυξανόμενες δημόσιες δαπάνες.

Περιέργως, οι παγκόσμιες χρηματαγορές αγνόησαν τα πιστωτικά ρίσκα των κρατικών χρεών, απαιτώντας ελάχιστες μόνο διαφορές στα επιτόκια των κρατικών ομολόγων μεταξύ της Γερμανίας και των υπολοίπων περιφερειακών χωρών.

Αυτό το καθεστώς τελείωσε το 2010, όταν η Ελλάδα παραδέχτηκε ότι είπε ψέματα σε σχέση με τα ελλείμματά της και το δημόσιο χρέος της. Οι αγορές αντέδρασαν απαιτώντας υψηλότερα επιτόκια από τα κράτη με υψηλά δημόσια χρέη και με τραπεζικά συστήματα εξασθενημένα από τα υπερβολικά πολλά ενυπόθηκα δάνεια.

Στη συνέχεια τρεις μικρές χώρες (Ελλάδα, Ιρλανδία, και Πορτογαλία) αναγκάστηκαν να δεχτούν την βοήθεια του ΔΝΤ και να μπουν σε μια οδυνηρή φάση λιτότητας. Η κατάσταση στην σημερινή Ελλάδα είναι τραγική και μπορεί να οδηγήσει στην χρεοκοπία της και την αποχώρησή της από την ευρωζώνη.

Το ίδιο προβληματική αποδεικνύεται και η Ισπανία, χάρη στα μεγάλα ελλείμματα των αυτόνομων οικονομικά περιοχών της, στην αδυναμία των τραπεζών της και στην δυσκολία ισολογισμού του προϋπολογισμού της.

Η νέα δημοσιονομική συμφωνία της ΕΕ δεν θα μειώσει τα ελλείμματα, ούτε και τα δημόσια χρέη. Η Ισπανία παραδέχθηκε ότι δεν μπορεί να εκπληρώσει τους στόχους που ανέλαβε και σύντομα το ίδιο θα κάνουν και κάποιες άλλες χώρες.

Ο Γάλλος πρόεδρος François Hollande πρότεινε τον ισοσκελισμό των ελλειμμάτων με κίνητρα ανάπτυξης, όπως πιο πριν η Γαλλία ανάγκασε το Σύμφωνο Σταθερότητας να μετατραπεί σε Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Η δημοσιονομική συμφωνία όμως, είναι μια πράξη κενή περιεχομένου, που απλά αντιπροσωπεύει την τελευταία απόπειρα της ΕΕ να κινηθεί προς την πολιτική ενοποίηση.

Το ευρωπαϊκό όραμα απέτυχε στο να εκπληρώσει όλα αυτά που ήθελαν από την αρχή οι Γάλλοι πολιτικοί ηγέτες. Αντί για αρμονία και μια αίσθηση κοινών στόχων, σήμερα βλέπουμε διχόνοια και συγκρούσεις. Ο διεθνής ρόλος της Ευρώπης συνεχώς συρρικνώνεται, με τους G5 να έχουν εξελιχθεί σε G20. Τέλος, η Γερμανίδα καγκελάριος είναι αυτή που θέτει πλέον τους όρους, με αποτέλεσμα οι γαλλικές φιλοδοξίες για ευρωπαϊκή της κυριαρχία να εξαφανίζονται.

Ακόμη κι αν στο τέλος οι περισσότερες χώρες διατηρήσουν το ευρώ, αυτό θα συμβεί επειδή η εγκατάλειψή του θα είναι πολύ οδυνηρή. Για αυτό, τώρα που ήρθαν στο φως οι εγγενείς αδυναμίες του κοινού νομίσματος, αυτό θα συνεχίσει να προκαλεί προβλήματα, αντί να αποτελεί τον δρόμο προς την πολιτική ισχύ.

(project-syndicate)

S.A.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου