Τετάρτη 27 Απριλίου 2011

Εμπιστεύονται οι Έλληνες τους πολιτικούς;

ΣΤΕΛΙΟΣ ΣΥΡΜΟΓΛΟΥ

«Ένας πολιτικός άκουσε κάποτε μερικούς



χειρώνακτες να τραγουδούν, καθώς

δούλευαν σκληρά και τους ρώτησε τι ήταν


αυτό που τους έκανε ευτυχισμένους
Η τιμιότητα, απάντησαν σχεδόν εν μιά


φωνή οι εργαζόμενοι. Ο πολιτικός



κατόπιν βασανιστικής σκέψης απεφάσισε να γίνει  κι εκείνος τίμιος.

Το αποτέλεσμα ήταν να πεθάνει από έσχατη ένδεια».


(Αμπρόζ Μπιρς)


Όλες οι δημοσκοπήσεις συμφωνούν ότι η εμπιστοσύνη των Ελλήνων στο πολιτικό προσωπικό της χώρας έχει επικίνδυνα διαβρωθεί. Ασθμαίνοντες οι δύο πολιτικοί – ποδηγέτες, κληρονόμοι μιας αξιοπρόσεκτης, όσο και αμφιλεγόμενης πολιτικής περιουσίας, προσπαθούν να ανταποκριθούν στις επιταγές της επικοινωνιακής λογικής των εμφανιζόμενων ως… επικοινωνιολόγων συνεργατών τους. Στον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο οι εκλογές δεν φαίνεται να έχουν την απήχηση παλαιοτέρων εποχών, όπου επικρατούσαν προεκλογικά «τσιτάτα» μετεμφυλιακής ψύχωσης ή μεταπολιτευτικής υπεραπλούστευσης. Χωρίς αυτό να σημαίνει, βέβαια, ότι δεν είναι ακόμη παρούσα η κληρονομιά τους…


Δεν θα ήταν σωστό, ίσως, ν’ απαντήσει κανείς αφοριστικά, με ένα «ναι» ή ένα «όχι» στο επίμαχο ερώτημα «αν οι Έλληνες εμπιστεύονται τους πολιτικούς». Είναι όμως, γεγονός αναντίρρητο ότι μια διαρκώς αυξανόμενη μερίδα της κοινής γνώμης, μπροστά στο θλιβερό θέαμα που παρουσιάζουν κυβέρνηση και αξιωματικής αντιπολίτευση, τις τελευταίες δεκαετίες, νιώθει μια έντονη απέχθεια προς την εξαχρείωση του δικομματικού καβγά! Νιώθει την αναξιοπιστία της πολιτικής να διατρέχει κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής και να «μπλοκάρει» τον εκσυγχρονισμό του τόπου.

Ένα μεγάλο μέρος των πολιτικών δεν είναι μόνο ανίκανοι να συγχρονιστούν με τις ανάγκες των καιρών και να παράγουν έργο αποτελεσματικό, είναι και… νάρκισσοι. Δεν μπορούν να δουν οτιδήποτε άλλο πέρα από τα είδωλα που τους παράγει ο ρόλος τους και ο καθρέπτης του σπιτιού τους.

Άλλοι τόσοι πάλι, δεν είναι παρά ύστατα απανθρακώματα παλιών τούβλινων πολιτικών τζακιών. Δεν ξέρουν τίποτα άλλο από μια έσχατη μεθοδολογία που αποβλέπει στην πολιτική τους επιβίωση και αυτοσυντήρηση. Χωρίς να έχουν ποτέ δουλέψει και αισθανθεί την αναπόδραστη ανάγκη ν’ ανταποκριθούν στις αδυσώπητες οικονομικές υποχρεώσεις της καθημερινότητας.

Πολιτικοί που οριοθετούν το έργο τους ανάλογα με το «πώς και το πότε» των εκλογικών τους συμφερόντων. Πολιτικοί που καθοδηγούνται από την αδηφαγία τους για περισσότερη παρουσία στο πολιτικό προσκήνιο με ό,τι αυτό συνεπάγεται και ενθαρρύνεται από τα όποια ανομολόγητα συμφέροντα…


Αυτό που μπορεί να διατυπωθεί με τρόπο κατηγορηματικό, είναι ότι υπάρχει σαφώς στις μέρες μας μια διογκούμενη κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στους πολιτικούς και τα κόμματα. Το εντυπωσιακό ποσοστό της αποχής στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις αλλά και το ποσοστό των αναποφάσιστων σ’ όλες τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις δεν αφήνει περιθώρια ν’ αμφισβητηθεί η διαπίστωση αυτή.

Η αιτία του φαινομένου είναι άμεσα συνδεδεμένη με την αδυναμία των σημερινών κομμάτων να προτείνουν και να υλοποιήσουν σύγχρονα και αποτελεσματικά μέτρα αντιμετώπισης των μεγάλων προβλημάτων, που αντιμετωπίζει η χώρα. Και δεν πρέπει να υποβαθμιστεί η εμμονή των πολιτικών αρχηγών σε παραδοσιακές, κάποιες φορές αυταρχικές και συχνά απωθητικές, μορφές άσκησης της πολιτικής.


Εάν τώρα θέλουμε ν’ αναζητήσουμε το βαθύτερο νήμα που διαπερνά και συνέχει την αναντιστοιχία ανάμεσα στις προσδοκίες του ελληνικού λαού για σύγχρονα και δημοκρατικά κόμματα και τη δυσάρεστη και απογοητευτική σημερινή πραγματικότητα, θα πρέπει να ψάξουμε στον άναρχο και δύσμορφο τρόπο κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης, που επιβλήθηκε στην Ελλάδα από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 μέχρι σήμερα.

 Οι οικονομικές και πολιτικές σκοπιμότητες που εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα της ξένης επικυριαρχίας και της ελληνικής ολιγαρχίας, οδήγησαν τη χώρα στους δρόμους της υποτέλειας, του διχασμού, του εύκολου κέρδους και της υπανάπτυξης των δημοκρατικών θεσμών. Το τμήμα αυτής της πορείας υπήρξε μεγάλο.

Η επτάχρονη δικτατορία, τα εθνικά προβλήματα, η παιδεία και πολλά άλλα αποτέλεσαν τα βαθιά τραύματα, που δυστυχώς δεν έχουν ακόμη επουλωθεί. Η κοινωνία δεν αντιδρά, γιατί βρίσκεται σε τέλμα. Σ’ ένα τέλμα για το οποίο ευθύνονται όλοι, αλλά κυρίως οι πολιτικές δυνάμεις και τα ηγετικά επιτελεία που διαχειρίστηκαν στο πολιτικό επίπεδο την πορεία αυτή.


Δεν ήταν τυχαίο το κίνημα της «αλλαγής» που φούντωσε σ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, ούτε μια σειρά από αιτήματα, μεταξύ των οποίων και το αίτημα για κόμματα αρχών που βρέθηκαν στο επίκεντρο των αναζητήσεων και που οδήγησαν στη θεαματική άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Κι αυτές, όμως, οι προσδοκίες οικτρά διαψεύστηκαν. Η λέξη «αλλαγή» αποτελεί, εντούτοις, πάλι σήμερα το κύριο τσιτάτο και των δύο κυρίαρχων κομμάτων, ακολουθούμενη από άλλες λέξεις κλισέ. Και ας δεσπόζει στη λογική των κομματικών επιτελείων η λέξη «αναπαλαίωση» και η ακόμη πιο εύηχη «κοροϊδία».


Γι’ αυτό είναι κλονισμένη η εμπιστοσύνη των Ελλήνων ψηφοφόρων τόσο απέναντι στη σημερινή ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, αλλά και απέναντι σ’ αυτήν της ΝΔ. Και, βέβαια, η αμφισβήτηση του εκλογικού σώματος εκτείνεται και στα κόμματα της Αριστεράς. Η εμμονή σε ξεπερασμένες ιδεολογίες, χρεοκοπημένα πρότυπα και αποτυχημένες πρακτικές δεν επιτρέπουν παρά μόνο συγκυριακή απήχησή τους στο εκλογικό σώμα.


Οι Έλληνες πολίτες έχουν λόγους να μην εμπιστεύονται τους πολιτικούς. Ζητούν ανανέωση από πολιτικούς με έρμα ευθύνης και στεγανή εντιμότητα… Όσοι μπορέσουν ν’ ανταποκριθούν σ’ αυτό το αίτημα, θα σφραγίσουν και τη νέα πολιτική περίοδο που έχει ανάγκη η Ελλάδα. Ευσεβής πόθος ή ανεδαφική επισήμανση; Ίδωμεν…


statesmen.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου