Πέμπτη 24 Μαΐου 2012

Μνήμες Άουσβιτς: Δεν φανταζόμουν ότι δίπλα μου έκαιγαν ζωντανούς ανθρώπους

Με δάκρυα στα μάτια στάθηκε στην κυπριακή Βουλή η Κολόμπα Τζιβρέ και μίλησε για την ημέρα που συνελήφθη από τους Ναζί και, μαθήτρια του δημοτικού ακόμα, μεταφέρθηκε στο κολαστήριο του Άουσβιτς με τα τέσσερα αδέρφάκια της και τους γονείς της, στοιβαγμένοι σε βαγόνια με χιλιάδες άλλους.


«Τα κρεματόρια και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης ήταν «πραγματική κόλαση». Μας είχαν στερήσει και το νερό και κοιμόμαστε γυμνές, επειδή υπήρχαν ψείρες. Η θερμοκρασία τον περισσότερο καιρό, ήταν πολύ κάτω από το μηδέν», άρχισε να περιγράφει η Ελληνίδα από το Διδυμότειχο στην ημερίδα «Α' και Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, 81 εκατομμύρια χαμένες ζωές».

Στο Άουσβιτς της έδωσαν το νούμερο D44949 και στην πρώτη «σελεξιόν», την επιλογή αυτών που θα οδηγούνταν στη συνέχεια στα κρεματόρια, η μητέρα τηε από ένστικτο την έσπρωξε να πάει με τις αδελφές της στη στοίβα των γυναικών που προορίζονταν για τα καταναγκαστικά έργα. Η ίδια κράτησε τα δίδυμα. Δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ. Έγκυες και μητέρες με μικρά παιδιά δεν έμπαιναν στο Άουσβιτς. Τους πήγαιναν κατευθείαν στα κρεματόρια.

Τόσο η ίδια όσο και οι αδερφές της υπέφεραν από μόνιμο υποσιτισμό, αλλά έπρεπε να δείχνουν υγιείς, για να μπορούν να δουλεύουν. «Πολλές φορές, όταν οι Γερμανοί έρχονταν για τη «σελεξιόν», για να αποφύγουμε τα κρεματόρια κρυβόμασταν στα χαντάκια των αποχετεύσεων. Πολλές φορές μας έρχονταν κάποιες μυρωδιές και αναθυμιάσεις, αλλά δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι έκαιγαν δίπλα μας ζωντανούς ανθρώπους», κατέθεσε και πρόσθεσε πως «Τα λίγα γερμανικά που έμαθα ήταν η αιτία να με στείλουν στο στρατόπεδο Βαϊσβάισερ, στην Τσεχοσλοβακία, στο εργοστάσιο της Τελεφούνκεν και εντέλει να γλιτώσω το θάνατο. Ο Θεός να δώσει να μη γίνει άλλο τέτοιο κακό στον κόσμο».

Το 1945 επέστρεψε μαζί με τις δύο αδελφές της, πίσω στο Διδυμότειχο ενώ οι Αμερικανοί απελευθέρωσαν τον πατέρα τους. Ήταν απίστευτα τυχερή. Μόλις 1100 από τους 50.000 ανθρώπους που είχαν φορτωθεί στα τρένα της Θεσσαλονίκης για την κόλαση, επέστρεψαν ζωντανοί.

Στην ίδια ημερίδα μίλησε και ο Ιάπωνας Κεϊζίρο Ματσουσίμα ο οποίος γεννήθηκε στη Χιροσίμα το 1929 και το πρωί της 6ης Αυγούστου του 1945 τραυματίστηκε από το τεράστιο ωστικό κύμα, ενώ βρισκόταν στο σχολείο του, δύο μόλις χιλιόμετρα από το επίκεντρο της έκρηξης της ατομικής βόμβας. Επιβίωσε, γιατί βρισκόταν κλειστό χώρο.

«Το δέρμα τους, καρβουνιασμένο και γκρίζο, είχε σχεδόν ξεφλουδιστεί από τα πρόσωπα, το λαιμό, τα χέρια τους, απ' όλο τους το σώμα. Μπορούσα μέχρι και τους μυς τους να δω από κάτω.Όλοι τους ανεξαιρέτως κρατούσαν τα χέρια τους μπροστά. Ίσως ήταν απ' τον πόνο. Τέτοιες παρελάσεις φαντασμάτων υπήρχαν παντού, σ' όλα τα προάστια της πόλης σ' όλη τη διάρκεια εκείνης της μέρας», κατέθεσε συγκινημένος.

Στη συνέχεια μίλησε και η διεθνώς αναγνωρισμένη καθηγήτρια και πρόεδρος του Πανεπιστημίου της Ευρώπης, Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ, με θέμα «Η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» υπογραμμίζοντας: «Οι καινούργιες μορφές του νέου τεχνολογικού πολέμου πλήττουν τώρα ως τρομοκρατία κυρίως τα αστικά κέντρα, τα λεγόμενα μετόπισθεν, τον άμαχο δηλαδή πληθυσμό, και αυτό γιατί καταργήθηκε το σταθερό άλλοτε πολεμικό μέτωπο ή μάλλον το πολεμικό μέτωπο είναι τώρα παντού σε όποιο σημείο και όπου υπάρχουν συρράξεις».

(iefimerida)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου