Όπως κάθε Κυριακή, το gazzetta.gr παρουσιάζει τις επιλογές του για τους
10 κορυφαίους ανά θέση. Σειρά έχουν μέσοι, εξτρέμ, επιθετικοί που
συνέκλιναν από τ' αριστερά...
Το θέμα σηκώνει πολλή κουβέντα. Το 10 είναι μικρό νούμερο για να τους χωρέσεις όλους όσους έχεις στην κούτρα σου. Αυτό όμως είναι που το καθιστά ξεχωριστό. Στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι το 10 το καλό, μα οι 10... οι καλύτεροι. Η αρχή έγινε με τους τερματοφύλακες, ακολούθησαν οι αριστεροί και δεξιοί αμυντικοί, οι στόπερ, οι λίμπερο (σέντερ μπακ), οι αμυντικοί μέσοι (κόφτες), οι πολυσύνθετοι μέσοι (box to box), οι επιθετικοί μέσοι, τα 10άρια και τώρα σειρά παίρνουν οι μέσοι, οι εξτρέμ οι επιθετικοί που συνέκλιναν από τ' αριστερά. Εμείς επιχειρούμε μια –υποκειμενική– αξιολόγηση για τους κορυφαίους σε όλες τις θέσεις του ποδοσφαίρου...
** Σε αυτή τη λίστα έχουμε... μπερδέψει-αναμίξει παίκτες που κινούνταν στα πλάγια από τη μέση και μπροστά. Είτε κινούνταν πάνω στη γραμμή είτε ήταν μεσοεπιθετικοί, καθαρόαιμα εξτρέμ ή επιθετικοί που επέλεγαν να ξεκινούν τις κούρσες τους από αυτή την πλευρά. Πρόκειται για παίκτες που συνδυάζουν γκολ, οξυδέρκεια, ασίστ, σουτ από μέση ή μακρινή απόσταση, ακόμα και εκτέλεση φάουλ και εννοείται 20άρες και 40άρες σέντρες μπαλιές ακριβείας.
Αλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο (ανάλογα και με τις επιταγές της εκάστοτε ποδοσφαιρικής εποχής), οι 10 της δικής μας λίστας τίμησαν με αυτό τον τρόπο το παντεσπάνι τους. Η επιλογή έγινε με τα παραπάνω κριτήρια υπό την προϋπόθεση βέβαια της συμβολής τους στην κατάκτηση τίτλων.
10. ΠΑΒΕΛ ΝΕΤΒΕΝΤ
Σίγουρα ο κορυφαίος από τότε που ανεξαρτητοποιήθηκε η Τσεχία. Ηταν ένα ασταμάτητο εγκεφαλικό μηχανάκι που έπαιζε με άνεση και ως επιτελικός μέσος. Σε 13 χρόνια στο Καμπιονάτο έκανε σπουδαία πράγματα με Λάτσιο και Γιουβέντους. Αφού πήρε πρωτάθλημα με τη Σπάρτα Πράγας, γεύτηκε ακόμα ένα με τη Λάτσιο και τέσσερα με τη Γιούβε. Με τους Λατσιάλι πανηγύρισε επίσης δύο Κύπελλα και ισάριθμα ιταλικά Σούπερ Καπ, το Κυπελλούχων του 1999 και το Σούπερ Καπ Ευρώπης την ίδια χρονιά, ενώ έχασε ένα UEFA στον τελικό (1998). Με τη Γηραιά Κυρία πήρε δύο εγχώρια Σούπερ Καπ, ενώ της έμεινε πιστός και όταν υποβιβάστηκε (εξαιτίας Calciopoli) στη Σέριε Β. Κορυφαία χρονιά του 2003, όταν την οδήγησε στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, απ' όπου απουσίασε εξαιτίας μίας αχρείαστης κίτρινης κάρτας που αντίκρισε στις καθυστερήσεις του ημιτελικού με τη Ρεάλ, με συνέπεια την ήττα από τη Μίλαν (στα πέναλτι). Εκείνη τη σεζόν κατέκτησε και την Χρυσή Μπάλα. Επαιξε στην καλύτερη περίοδο της Τσεχίας και μαζί της βρέθηκε στον χαμένο τελικό του EURO 1996 και στον ημιτελικό με την Ελλάδα το 2004.
9. ΖΟΛΤΑΝ ΤΣΙΜΠΟΡ
Σε συλλογικό επίπεδο υπηρέτησε κυρίως τις Χόνβεντ και Μπαρτσελόνα, με τις οποίες κατέκτησε από δύο πρωταθλήματα, ενώ με τη Μπάρτσα πήρε και ένα Κύπελλο Εκθέσεων το 1960 (πρόγονος του UEFA). Για την εποχή του ήταν τρομερά γρήγορος με τρομερά δυνατό. Το σημαντικότερο επίτευγμα του ήταν πως αποτέλεσε τον έναν εκ των έξι μεγάλων (Μπόζικ, Πούσκας, Κόκσιτς, Χιντεγκούτι, Γκρόζιτς) της εκπληκτικής «Aranycsapat» (σ.σ.: Χρυσή ομάδα). Εκείνη η Εθνική Ουγγαρίας ήταν μία από τις μεγαλύτερες ομάδες που γνώρισε ποτέ ο πλανήτης (από το 1950 έως το 1956 γνώρισε μόνο μία ήττα, αυτή από τη Δυτική Γερμανία στον τελικό του Μουντιάλ του 1954). Το 1952 κρέμασε στο στήθος του το Χρυσό Ολυμπιακό Μετάλλιο και το 1953 συνέβαλε στον ιστορικό διασυρμό της Αγγλίας με το 6-3 στο «Γουέμπλεϊ» και με 7-1 στη Βουδαπέστη!
8. ΝΤΡΑΓΚΑΝ ΤΖΑΪΤΣ
Η τεχνική του θα μπορούσε να συγκριθεί μόνο με εκείνη του Μπεστ ή του Γκαρίντσα. Ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής που ανέδειξε ποτέ το γιουγκοσλαβικό ποδόσφαιρο, είχε για χόμπι του το να κάνει ποδιές στους αντιπάλους του. Το φοβερό με την περίπτωση του είναι πως είχε ξεκινήσει ως αριστερός μπακ και στη συνέχεια η έφεση του στο γκολ τον έφερε πιο μπροστά. Στα 14 χρόνια (1961-'75) που υπηρέτησε τον Ερυθρό Αστέρα σημείωσε 287 γκολ σε 590 ματς και πήρε πέντε πρωταθλήματα και τέσσερα Κύπελλα. Μάλιστα το 1970-'71 τον οδήγησε μέχρι τα ημιτελικά του Πρωταθλητριών, όπου αποκλείστηκε από τον Παναθηναϊκό (ο Τζάιτς τιμωρήθηκε και δεν έπαιξε στη ρεβάνς του 3-0 στη Λεωφόρο). Το 1968 βγήκε τρίτος στην ψηφοφορία για την Χρυσή Μπάλα χάρη στο εκπληκτικό EURO που έκανε με τη Γιουγκοσλαβία, η οποία ηττήθηκε στον τελικό από τη διοργανώτρια Ιταλία. Ο Τζάιτς αναδείχτηκε πρώτος σκόρερ και MVP της διοργάνωσης. Δείτε το βίντεο, όπου κάνει συνέχεια ποδιές στον Χοσέ Αντόνιο Καμάτσο της Ρεάλ, για να καταλάβετε τις ικανότητες του.
7. ΡΟΜΠΕΡΤΟ ΡΙΒΕΛΙΝΟ
Σήμα κατατεθέν του υπήρξε το μακρύ, παχύ μουστάκι του, αλλά και τα μακρινά, δυνατά φάουλ, οι μεγάλες μπαλιές, ο απίστευτα γρήγορος τρόπος σκέψης, τα κοντρόλ που έκανε με κάθε τρόπο και μία ιδιαίτερη κίνηση που ονομάστηκε «φλιπ φλαπ» και την αντέγραψαν αργότερα οι Ροναλντίνιο, Κριστιάνο Ρονάλντο και Ιμπραΐμοβιτς. Επίσημα με τη Βραζιλία έχει 92 συμμετοχές, μα υπολογίζεται πως αυτές συνολικά ανέρχονται στις 110. Οχι και άσχημα για κάποιον που δεν έπαιξε ποτέ στην Ευρώπη. Μεγαλούργησε με την κορυφαία Εθνική όλων των εποχών, τη Σελεσάο του 1970. Σε αυτό το το Μουντιάλ έβαλε τρία γκολ και ειδικά το φάουλ-βολίδα με την Τσεχοσλοβακία πήρε και το όνομα «ατομικό χτύπημα» (συμπεριλήφθηκε στην κορυφαία 11άδα του τουρνουά). Βρέθηκε και στα ακόλουθα δύο Μουντιάλ χωρίς αντίστοιχη επιτυχία (1974 4η θέση, 1978 3η θέση). Αγωνίστηκε στις Κορίνθιανς, Φλουμινένσε, κατέκτησε πολλούς τοπικούς τίτλους, αλλά εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε ενιαίο πρωτάθλημα Βραζιλίας. Του πιστώνεται το γρηγορότερο γκολ όλων των εποχών, το οποίο πέτυχε με τη σέντρα. Εχει ψηφιστεί 3ος κορυφαίος παίκτης της Νότιας Αμερικής τρεις φορές (1973, 1976, 1977) και βρίσκεται στη λίστα της FIFA με τους 50 καλύτερους όλων των εποχών.
6. ΚΡΙΣΤΙΑΝΟ ΡΟΝΑΛΝΤΟ
Αρέσει ή όχι πρόκειται για ένα πραγματικό θαύμα της φύσης. Εχει δουλέψει τόσο πολύ το κορμί του και σε συνδυασμό με το τεράστιο ταλέντο του, έχει δημιουργήσει κάτι πολύ ιδιαίτερο στο ποδόσφαιρο. Ταχύτητα, δύναμη, εξυπνάδα και τεράστια αίσθηση του γκολ. Για οκτώ χρόνια παίζει ασταμάτητα σε τοπ επίπεδο. Πήρε το νταμπλ με τη Σπόρτινγκ Λισσαβόνας και βρέθηκε στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Εκεί σήκωσε τρία πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο, δύο Λιγκ Καπ, ένα Σούπερ Καπ. Το 2008 ήταν η χρονιά του. Πέτυχε 42 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις, πρόσθεσε στο παλμαρέ του το Τσάμπιονς Λιγκ (σκόραρε στον τελικό και ήταν πρώτος σκόρερ στη διοργάνωση) και το Διηπειρωτικό και πήρε την Χρυσή Μπάλα (έχει ψηφιστεί δεύτερος το 2007, το 2009 και το 2011).
Εναν χρόνο αργότερα έχασε στη Ρώμη το Τσ. Λιγκ από τη Μπαρτσελόνα και το 2009 πρωταγωνίστησε στην ακριβότερη μεταγραφή όλων των εποχών (94 εκατ. ευρώ). Με τη Ρεάλ σε συλλογικό επίπεδο δεν έχει πετύχει πολλά (μόνο ένα Κύπελλο), αλλά σε ατομικό έχει σαρώσει τα ρεκόρ με τη Βασίλισσα. Πέρσι έγινε ο παίκτης με τα περισσότερα γκολ σε μία σεζόν (41) στην Πριμέρα και σε όλες τις διοργανώσεις (53). Πήρε λοιπό το Χρυσό Παπούτσι και έγινε ο μόνος παίκτης στην ιστορία που έχει βγει πρώτος σκόρερ στην Ευρώπη σε δύο διαφορετικά πρωταθλήματα (το είχε πάρει και το 2008 με τη Γιουνάιτεντ). Με την Πορτογαλία έκανε σχετικά σημαντικά πράγματα αν και έχασε από την Ελλαδάρα στον τελικό του EURO του 2004, ενώ το 2006 έφτασε στα ημιτελικά του Μουντιάλ.
5. ΡΟΝΑΛΝΤΙΝΙΟ
Οι περισσότεροι θα πουν πως δεν είχε διάρκεια και πως πρωταγωνίστησε μόνο για μία τριετία με τη Μπαρτσελόνα (2003-'04 – 2006-'07). Και όμως με τη Βραζιλία είχε πανηγυρίσει το 1999 το Κόπα Αμέρικα και το 2002 το Μουντιάλ. Και στα δύο τουρνουά είχε βρεθεί στην καλύτερη 11άδα. Ωστόσο, ακόμα και όσοι θεωρούν πως έπαιξε μόνο εκείνη την τριετία, θα πρέπει να παραδεχτούν πως αυτά που είδαμε τότε από τον Ρόνι, μας έκαναν να παραμιλάμε. Δεν ήταν λίγες οι φορές που χρειάζονταν δύο ή και τρία ριπλέι για να καταλάβουμε τι ακριβώς είχε κάνει. Ειδικά τα σλάλομ και οι ατομικές ενέργειες του ήταν ανεπανάληπτα. Μπορεί να θεωρείται μεσοεπιθετικός που μπορεί να παίξει επιτελικός ή δεύτερος φορ, αλλά στη Μπάρτσα τον μάθαμε να κινείται από τ' αριστερά στο 4-3-3 και να συγκλίνει προς τα μέσα.
Με τους Μπλαουγκράνα πήρε δύο πρωταθλήματα, ισάριθμα Σούπερ Καπ Ισπανίας και ένα Τσάμπιονς Λιγκ (2006). Επ΄σιης ένα πρωτάθλημα Ιταλίας πήρε με τη Μίλαν και ένα σωρό ατομικές διακρίσεις, με σημαντικότερη την Χρυσή Μπάλα του 2006. Τα γκολ του ήταν σχεδόν όλα πανέμορφα και από τα πλέον αξιομνημόνευτα παραμένει το φάουλ από τα 35 μέτρα στον προημιτελικό του Μουντιάλ της Ασίας κόντρα στην Αγγλία (το έπνιξε ο Σίμαν βέβαια). Δυστυχώς το έριξε στη dolce vita, τα μπουζούκια και τη σάμπα και στα πάρτι δεν συνέχισε τον δρόμο που έδειξε πως θα έπαιρνε: εκείνον που θα τον οδηγούσε ανάμεσα στους κορυφαίους όλων των εποχών στο άθλημα.
4. ΤΙΕΡΙ ΑΝΡΙ
Δεν έπαιξε σε αυτή την θέση σε όλη την καριέρα του. Το έκανε με τη Μονακό στο ξεκίνημα (ένα πρωτάθλημα), ανεπιτυχώς με τη Γιουβέντους, σε πολλές περιπτώσεις με την Αρσεναλ, όπου ενίοτε βρισκόταν και ως στράικερ και στα τρία χρόνια του με τη Μπαρτσελόνα. Οπότε εμείς επιλέξαμε να μπει σε αυτή τη λίστα και όχι σε αυτή των επιθετικών, μιας και τις περισσότερες φορές ξεκινούσε τις προσπάθειες του συγκλίνοντας από τα αριστερά για να πλασάρει διαγώνια με το δεξί. Αυτό το πλασέ του (μαζί με την ταχύτητα) είναι και το σήμα κατατεθέν στην καριέρα του. Με τους Κανονιέρηδες (1999-'07) έγραψε ιστορία. Δύο πρωταθλήματα (δύο Κύπελλα, δύο Σούπερ Καπ), με πιο ξεχωριστό το εκπληκτικό αήττητο του 2003-'04. Με την Αρσεναλ έχασε έναν τελικό Τσάμπιονς Λιγκ (2006) και έναν τελικό UEFA (2000), αλλά έμεινε στην ιστορία ως ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία του συλλόγου σε όλες τις διοργανώσεις (227 γκολ).
Μετά πήγε στη Μπάρτσα, με την οποία τα πήρε όλα: (δύο πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο, δύο Σούπερ Καπ Ισπανίας και το 2009 πήρε μαζί Τσάμπιονς Λιγκ, ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ και Διηπειρωτικό). Οι ατομικές διακρίσεις του σε Ευρώπη και Αγγλία είναι αναρίθμητες, ενώ έκανε σπουδαία πράγματα με την Εθνική Γαλλίας. Ενα Μουντιάλ (1998) και ένας χαμένος τελικός (2006) συν ένα EURO (2000). Είναι ο τρίτος σκόρερ στην ιστορία της Πρέμιερλιγκ (μετά τους Σίρερ, Κόουλ), έχει ανακηρυχτεί πέντε φορές κορυφαίος Γάλλος ποδοσφαιριστής και έχει πάρει δύο σερί Χρυσά Παπούτσια (2004, 2005).
3. ΦΡΑΝΘΙΣΚΟ ΧΕΝΤΟ
Ηταν απίστευτα γρήγορος για την εποχή του και είχε μετρηθεί πως έκανε τα 100 μέτρα σε λιγότερο από 11 δευτερόλπετα. Ο,τι και αν έκανε στην τεράστια καριέρα του ήταν εκπληκτικό. Και μόνο το ότι έπαιξε 18 χρόνια στη Ρεάλ (1953-'71) αρκεί. Οταν όμως γίνεται η καταμέτρηση των επιτευγμάτων του, χάνεται η μπάλα. Με τη Βασίλισσα έπαιξε σε οκτώ τελικούς Πρωταθλητριών. Μόνο ο Πάολο Μαλντίνι βρέθηκε σε τόσους, αλλά με μικρότερη επιτυχία (ο Χέντο πήρε τους έξι 1956, 1957, 1958, 1959, 1960, 1966, ενώ ο Μαλντίνι του πέντε). Βέβαια ο Χέντο βρέθηκε και σε έναν ακόμα ευρωπαϊκό τελικό, αυτόν του Κυπελλούχων του 1971 (ήταν από την Τσέλσι). Είχε έφεση στο σκοράρισμα και έβαλε 30 γκολ σε 89 ευρωπαϊκά ματς. Με τη Βασίλισσα πανηγύρισε 12 πρωταθλήματα, δύο Κύπελλα, ένα Διηπειρωτικό (1960), ενώ και με την Εθνική Ισπανίας γιόρτασε την κατάκτηση του EURO του 1964.
2. ΡΑΪΑΝ ΓΚΙΓΚΣ
Είναι σούπερ στα 38 του και παίζει αδιάλειπτα σε αυτό το επίπεδο με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ από το 1990 (έχει σκοράρει σε κάθε χρονιά της καριέρας του)! Δυστυχώς είναι Ουαλός και αυτό του στέρησε την ευκαιρία να πρωταγωνιστήσει και σε επίπεδο Εθνικών ομάδων. Εμείς όμως που λατρεύουμε τις κούρσες και το μυαλωμένο παιχνίδι του, αυτό θα το προσπεράσουμε. Με τους Κόκκινους Διαβόλους πάντως τα έχει ζήσει όλα (895 συμμετοχές και 162 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις): Είναι ο ρέκορντμαν σε ένα σωρό κατηγορίες. Εχει τα περισσότερα πρωταθλήματα (12), έχει τέσσερα Κύπελλα, ισάριθμα Λιγκ Καπ και οκτώ Σούπερ Καπ. Επίσης δύο Τσάμπιονς Λιγκ (1999, 2008), ισάριθμα Διηπειρωτικά και ακόμα δύο χαμένους τελικούς (2009, 2011) συν ένα ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ (1999). Για μία δεκαετία (1992-'02) βρισκόταν στην κορυφαία 11άδα του Τσάμπιονς Λιγκ (κανείς άλλος δεν το έχει κάνει), έχει τις περισσότερες ασίστ στην ιστορία του αγγλικού ποδοσφαίρου (271) ακι δεν έχει αποβληθεί ποτέ σε συλλογικό επίπεδο (μόνο μία φορά με την Ουαλία).
1. ΓΙΟΧΑΝ ΚΡΟΙΦ
Εάν το περίφημο «ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο» του Ρίνους Μίχελς μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα μοναδικού κάλλους πλεκτό, ο Γιόχαν Κρόιφ αποτελούσε από μόνος του τη δαντέλα του. Κανείς από όλους τους άλλους, όσο καλοί και να υπήρξαν, δεν ήταν τόσο πλαστικός, τόσο αέρινος. Τα τελειώματα του ήταν ποιητικά και ο ποδοσφαιρικός εγκέφαλος του υπολογιστής από το υπερπέραν. Με το που έγινε 19 ετών πήρε φανέλα βασικού στον Αίαντα και με το καλημέρα τον οδήγησε στο πρωτάθλημα. Το μεγαλύτερο ευτύχημα στην καριέρα του ήταν πως πάντοτε είχε σπουδαίους συμπαίκτες που τον έκαναν καλύτερο. Και εκείνος όμως τους ανέβαζε όλους επίπεδο και δικαίως θεωρείτε ως ένας από τους τέσσερις μεγάλους του παρελθόντος (Πελέ, Μαραντόνα, Ντι Στέφανο)!
Εξτρέμ δεν ήταν. Σήμερα θα έπαιζε περισσότερο ως δεύτερος επιθετικός. Ωστόσο, όπως έπαιζε τότε ο Αγιαξ και η Ολλανδία, κινούταν σχεδόν πάντοτε στα αριστερά και συνέκλινε προς τα μέσα, για να πατήσει περιοχή και να σκοράρει. Με τον Αίαντα κατέκτησε στη σειρά τρία Πρωταθλητριών , ξεκινώντας με αυτό κόντρα στον Παναθηναϊκό (1971, 1972, 1973). Επίσης ένα Διηπειρωτικό (1972), δύο Σούπερ Καπ Ευρώπης (1972, 1973), οκτώ πρωταθλήματα σε εννέα χρόνια και πέντε Κύπελλα. Το 1973 μετακόμισε στη Μπαρτσελόνα ως η πιο ακριβή μεταγραφή όλων των εποχών. Στην Πριμέρα πανηγύρισε ένα πρωτάθλημα και ένα Κύπελλο και όταν επέστρεψε στην Ολλανδία για λογαριασμό της Φέγενοορντ πήρε το νταμπλ (1984). Με τους Οράνιε έφτασε στην πηγή, αλλά τελικά ηττήθηκε από τη Δυτική Γερμανία στον τελικό του Μουντιάλ του 1974 (σε αυτόν του 1978 δεν έπαιξε).
Οσο για τις ατομικές διακρίσεις του είναι πάμπολλες με σημαντικότερες όλων τις τρεις Χρυσές Μπάλες (1971, 1973, 1974) και την τρίτη θέση στην ίδια ψηφοφορία του 1975. Το 1967 είχε ήδη κερδίσει το Χρυσό Παπούτσι της Ευρώπης (33 γκολ στη λίγκα και 43 γενικά), ενώ ανακηρύχτηκε πέντε φορές κορυφαίος Ολλανδός ποδοσφαιριστής.
Το θέμα σηκώνει πολλή κουβέντα. Το 10 είναι μικρό νούμερο για να τους χωρέσεις όλους όσους έχεις στην κούτρα σου. Αυτό όμως είναι που το καθιστά ξεχωριστό. Στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι το 10 το καλό, μα οι 10... οι καλύτεροι. Η αρχή έγινε με τους τερματοφύλακες, ακολούθησαν οι αριστεροί και δεξιοί αμυντικοί, οι στόπερ, οι λίμπερο (σέντερ μπακ), οι αμυντικοί μέσοι (κόφτες), οι πολυσύνθετοι μέσοι (box to box), οι επιθετικοί μέσοι, τα 10άρια και τώρα σειρά παίρνουν οι μέσοι, οι εξτρέμ οι επιθετικοί που συνέκλιναν από τ' αριστερά. Εμείς επιχειρούμε μια –υποκειμενική– αξιολόγηση για τους κορυφαίους σε όλες τις θέσεις του ποδοσφαίρου...
** Σε αυτή τη λίστα έχουμε... μπερδέψει-αναμίξει παίκτες που κινούνταν στα πλάγια από τη μέση και μπροστά. Είτε κινούνταν πάνω στη γραμμή είτε ήταν μεσοεπιθετικοί, καθαρόαιμα εξτρέμ ή επιθετικοί που επέλεγαν να ξεκινούν τις κούρσες τους από αυτή την πλευρά. Πρόκειται για παίκτες που συνδυάζουν γκολ, οξυδέρκεια, ασίστ, σουτ από μέση ή μακρινή απόσταση, ακόμα και εκτέλεση φάουλ και εννοείται 20άρες και 40άρες σέντρες μπαλιές ακριβείας.
Αλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο (ανάλογα και με τις επιταγές της εκάστοτε ποδοσφαιρικής εποχής), οι 10 της δικής μας λίστας τίμησαν με αυτό τον τρόπο το παντεσπάνι τους. Η επιλογή έγινε με τα παραπάνω κριτήρια υπό την προϋπόθεση βέβαια της συμβολής τους στην κατάκτηση τίτλων.
10. ΠΑΒΕΛ ΝΕΤΒΕΝΤ
Σίγουρα ο κορυφαίος από τότε που ανεξαρτητοποιήθηκε η Τσεχία. Ηταν ένα ασταμάτητο εγκεφαλικό μηχανάκι που έπαιζε με άνεση και ως επιτελικός μέσος. Σε 13 χρόνια στο Καμπιονάτο έκανε σπουδαία πράγματα με Λάτσιο και Γιουβέντους. Αφού πήρε πρωτάθλημα με τη Σπάρτα Πράγας, γεύτηκε ακόμα ένα με τη Λάτσιο και τέσσερα με τη Γιούβε. Με τους Λατσιάλι πανηγύρισε επίσης δύο Κύπελλα και ισάριθμα ιταλικά Σούπερ Καπ, το Κυπελλούχων του 1999 και το Σούπερ Καπ Ευρώπης την ίδια χρονιά, ενώ έχασε ένα UEFA στον τελικό (1998). Με τη Γηραιά Κυρία πήρε δύο εγχώρια Σούπερ Καπ, ενώ της έμεινε πιστός και όταν υποβιβάστηκε (εξαιτίας Calciopoli) στη Σέριε Β. Κορυφαία χρονιά του 2003, όταν την οδήγησε στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, απ' όπου απουσίασε εξαιτίας μίας αχρείαστης κίτρινης κάρτας που αντίκρισε στις καθυστερήσεις του ημιτελικού με τη Ρεάλ, με συνέπεια την ήττα από τη Μίλαν (στα πέναλτι). Εκείνη τη σεζόν κατέκτησε και την Χρυσή Μπάλα. Επαιξε στην καλύτερη περίοδο της Τσεχίας και μαζί της βρέθηκε στον χαμένο τελικό του EURO 1996 και στον ημιτελικό με την Ελλάδα το 2004.
9. ΖΟΛΤΑΝ ΤΣΙΜΠΟΡ
Σε συλλογικό επίπεδο υπηρέτησε κυρίως τις Χόνβεντ και Μπαρτσελόνα, με τις οποίες κατέκτησε από δύο πρωταθλήματα, ενώ με τη Μπάρτσα πήρε και ένα Κύπελλο Εκθέσεων το 1960 (πρόγονος του UEFA). Για την εποχή του ήταν τρομερά γρήγορος με τρομερά δυνατό. Το σημαντικότερο επίτευγμα του ήταν πως αποτέλεσε τον έναν εκ των έξι μεγάλων (Μπόζικ, Πούσκας, Κόκσιτς, Χιντεγκούτι, Γκρόζιτς) της εκπληκτικής «Aranycsapat» (σ.σ.: Χρυσή ομάδα). Εκείνη η Εθνική Ουγγαρίας ήταν μία από τις μεγαλύτερες ομάδες που γνώρισε ποτέ ο πλανήτης (από το 1950 έως το 1956 γνώρισε μόνο μία ήττα, αυτή από τη Δυτική Γερμανία στον τελικό του Μουντιάλ του 1954). Το 1952 κρέμασε στο στήθος του το Χρυσό Ολυμπιακό Μετάλλιο και το 1953 συνέβαλε στον ιστορικό διασυρμό της Αγγλίας με το 6-3 στο «Γουέμπλεϊ» και με 7-1 στη Βουδαπέστη!
8. ΝΤΡΑΓΚΑΝ ΤΖΑΪΤΣ
Η τεχνική του θα μπορούσε να συγκριθεί μόνο με εκείνη του Μπεστ ή του Γκαρίντσα. Ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής που ανέδειξε ποτέ το γιουγκοσλαβικό ποδόσφαιρο, είχε για χόμπι του το να κάνει ποδιές στους αντιπάλους του. Το φοβερό με την περίπτωση του είναι πως είχε ξεκινήσει ως αριστερός μπακ και στη συνέχεια η έφεση του στο γκολ τον έφερε πιο μπροστά. Στα 14 χρόνια (1961-'75) που υπηρέτησε τον Ερυθρό Αστέρα σημείωσε 287 γκολ σε 590 ματς και πήρε πέντε πρωταθλήματα και τέσσερα Κύπελλα. Μάλιστα το 1970-'71 τον οδήγησε μέχρι τα ημιτελικά του Πρωταθλητριών, όπου αποκλείστηκε από τον Παναθηναϊκό (ο Τζάιτς τιμωρήθηκε και δεν έπαιξε στη ρεβάνς του 3-0 στη Λεωφόρο). Το 1968 βγήκε τρίτος στην ψηφοφορία για την Χρυσή Μπάλα χάρη στο εκπληκτικό EURO που έκανε με τη Γιουγκοσλαβία, η οποία ηττήθηκε στον τελικό από τη διοργανώτρια Ιταλία. Ο Τζάιτς αναδείχτηκε πρώτος σκόρερ και MVP της διοργάνωσης. Δείτε το βίντεο, όπου κάνει συνέχεια ποδιές στον Χοσέ Αντόνιο Καμάτσο της Ρεάλ, για να καταλάβετε τις ικανότητες του.
7. ΡΟΜΠΕΡΤΟ ΡΙΒΕΛΙΝΟ
Σήμα κατατεθέν του υπήρξε το μακρύ, παχύ μουστάκι του, αλλά και τα μακρινά, δυνατά φάουλ, οι μεγάλες μπαλιές, ο απίστευτα γρήγορος τρόπος σκέψης, τα κοντρόλ που έκανε με κάθε τρόπο και μία ιδιαίτερη κίνηση που ονομάστηκε «φλιπ φλαπ» και την αντέγραψαν αργότερα οι Ροναλντίνιο, Κριστιάνο Ρονάλντο και Ιμπραΐμοβιτς. Επίσημα με τη Βραζιλία έχει 92 συμμετοχές, μα υπολογίζεται πως αυτές συνολικά ανέρχονται στις 110. Οχι και άσχημα για κάποιον που δεν έπαιξε ποτέ στην Ευρώπη. Μεγαλούργησε με την κορυφαία Εθνική όλων των εποχών, τη Σελεσάο του 1970. Σε αυτό το το Μουντιάλ έβαλε τρία γκολ και ειδικά το φάουλ-βολίδα με την Τσεχοσλοβακία πήρε και το όνομα «ατομικό χτύπημα» (συμπεριλήφθηκε στην κορυφαία 11άδα του τουρνουά). Βρέθηκε και στα ακόλουθα δύο Μουντιάλ χωρίς αντίστοιχη επιτυχία (1974 4η θέση, 1978 3η θέση). Αγωνίστηκε στις Κορίνθιανς, Φλουμινένσε, κατέκτησε πολλούς τοπικούς τίτλους, αλλά εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε ενιαίο πρωτάθλημα Βραζιλίας. Του πιστώνεται το γρηγορότερο γκολ όλων των εποχών, το οποίο πέτυχε με τη σέντρα. Εχει ψηφιστεί 3ος κορυφαίος παίκτης της Νότιας Αμερικής τρεις φορές (1973, 1976, 1977) και βρίσκεται στη λίστα της FIFA με τους 50 καλύτερους όλων των εποχών.
6. ΚΡΙΣΤΙΑΝΟ ΡΟΝΑΛΝΤΟ
Αρέσει ή όχι πρόκειται για ένα πραγματικό θαύμα της φύσης. Εχει δουλέψει τόσο πολύ το κορμί του και σε συνδυασμό με το τεράστιο ταλέντο του, έχει δημιουργήσει κάτι πολύ ιδιαίτερο στο ποδόσφαιρο. Ταχύτητα, δύναμη, εξυπνάδα και τεράστια αίσθηση του γκολ. Για οκτώ χρόνια παίζει ασταμάτητα σε τοπ επίπεδο. Πήρε το νταμπλ με τη Σπόρτινγκ Λισσαβόνας και βρέθηκε στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Εκεί σήκωσε τρία πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο, δύο Λιγκ Καπ, ένα Σούπερ Καπ. Το 2008 ήταν η χρονιά του. Πέτυχε 42 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις, πρόσθεσε στο παλμαρέ του το Τσάμπιονς Λιγκ (σκόραρε στον τελικό και ήταν πρώτος σκόρερ στη διοργάνωση) και το Διηπειρωτικό και πήρε την Χρυσή Μπάλα (έχει ψηφιστεί δεύτερος το 2007, το 2009 και το 2011).
Εναν χρόνο αργότερα έχασε στη Ρώμη το Τσ. Λιγκ από τη Μπαρτσελόνα και το 2009 πρωταγωνίστησε στην ακριβότερη μεταγραφή όλων των εποχών (94 εκατ. ευρώ). Με τη Ρεάλ σε συλλογικό επίπεδο δεν έχει πετύχει πολλά (μόνο ένα Κύπελλο), αλλά σε ατομικό έχει σαρώσει τα ρεκόρ με τη Βασίλισσα. Πέρσι έγινε ο παίκτης με τα περισσότερα γκολ σε μία σεζόν (41) στην Πριμέρα και σε όλες τις διοργανώσεις (53). Πήρε λοιπό το Χρυσό Παπούτσι και έγινε ο μόνος παίκτης στην ιστορία που έχει βγει πρώτος σκόρερ στην Ευρώπη σε δύο διαφορετικά πρωταθλήματα (το είχε πάρει και το 2008 με τη Γιουνάιτεντ). Με την Πορτογαλία έκανε σχετικά σημαντικά πράγματα αν και έχασε από την Ελλαδάρα στον τελικό του EURO του 2004, ενώ το 2006 έφτασε στα ημιτελικά του Μουντιάλ.
5. ΡΟΝΑΛΝΤΙΝΙΟ
Οι περισσότεροι θα πουν πως δεν είχε διάρκεια και πως πρωταγωνίστησε μόνο για μία τριετία με τη Μπαρτσελόνα (2003-'04 – 2006-'07). Και όμως με τη Βραζιλία είχε πανηγυρίσει το 1999 το Κόπα Αμέρικα και το 2002 το Μουντιάλ. Και στα δύο τουρνουά είχε βρεθεί στην καλύτερη 11άδα. Ωστόσο, ακόμα και όσοι θεωρούν πως έπαιξε μόνο εκείνη την τριετία, θα πρέπει να παραδεχτούν πως αυτά που είδαμε τότε από τον Ρόνι, μας έκαναν να παραμιλάμε. Δεν ήταν λίγες οι φορές που χρειάζονταν δύο ή και τρία ριπλέι για να καταλάβουμε τι ακριβώς είχε κάνει. Ειδικά τα σλάλομ και οι ατομικές ενέργειες του ήταν ανεπανάληπτα. Μπορεί να θεωρείται μεσοεπιθετικός που μπορεί να παίξει επιτελικός ή δεύτερος φορ, αλλά στη Μπάρτσα τον μάθαμε να κινείται από τ' αριστερά στο 4-3-3 και να συγκλίνει προς τα μέσα.
Με τους Μπλαουγκράνα πήρε δύο πρωταθλήματα, ισάριθμα Σούπερ Καπ Ισπανίας και ένα Τσάμπιονς Λιγκ (2006). Επ΄σιης ένα πρωτάθλημα Ιταλίας πήρε με τη Μίλαν και ένα σωρό ατομικές διακρίσεις, με σημαντικότερη την Χρυσή Μπάλα του 2006. Τα γκολ του ήταν σχεδόν όλα πανέμορφα και από τα πλέον αξιομνημόνευτα παραμένει το φάουλ από τα 35 μέτρα στον προημιτελικό του Μουντιάλ της Ασίας κόντρα στην Αγγλία (το έπνιξε ο Σίμαν βέβαια). Δυστυχώς το έριξε στη dolce vita, τα μπουζούκια και τη σάμπα και στα πάρτι δεν συνέχισε τον δρόμο που έδειξε πως θα έπαιρνε: εκείνον που θα τον οδηγούσε ανάμεσα στους κορυφαίους όλων των εποχών στο άθλημα.
4. ΤΙΕΡΙ ΑΝΡΙ
Δεν έπαιξε σε αυτή την θέση σε όλη την καριέρα του. Το έκανε με τη Μονακό στο ξεκίνημα (ένα πρωτάθλημα), ανεπιτυχώς με τη Γιουβέντους, σε πολλές περιπτώσεις με την Αρσεναλ, όπου ενίοτε βρισκόταν και ως στράικερ και στα τρία χρόνια του με τη Μπαρτσελόνα. Οπότε εμείς επιλέξαμε να μπει σε αυτή τη λίστα και όχι σε αυτή των επιθετικών, μιας και τις περισσότερες φορές ξεκινούσε τις προσπάθειες του συγκλίνοντας από τα αριστερά για να πλασάρει διαγώνια με το δεξί. Αυτό το πλασέ του (μαζί με την ταχύτητα) είναι και το σήμα κατατεθέν στην καριέρα του. Με τους Κανονιέρηδες (1999-'07) έγραψε ιστορία. Δύο πρωταθλήματα (δύο Κύπελλα, δύο Σούπερ Καπ), με πιο ξεχωριστό το εκπληκτικό αήττητο του 2003-'04. Με την Αρσεναλ έχασε έναν τελικό Τσάμπιονς Λιγκ (2006) και έναν τελικό UEFA (2000), αλλά έμεινε στην ιστορία ως ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία του συλλόγου σε όλες τις διοργανώσεις (227 γκολ).
Μετά πήγε στη Μπάρτσα, με την οποία τα πήρε όλα: (δύο πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο, δύο Σούπερ Καπ Ισπανίας και το 2009 πήρε μαζί Τσάμπιονς Λιγκ, ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ και Διηπειρωτικό). Οι ατομικές διακρίσεις του σε Ευρώπη και Αγγλία είναι αναρίθμητες, ενώ έκανε σπουδαία πράγματα με την Εθνική Γαλλίας. Ενα Μουντιάλ (1998) και ένας χαμένος τελικός (2006) συν ένα EURO (2000). Είναι ο τρίτος σκόρερ στην ιστορία της Πρέμιερλιγκ (μετά τους Σίρερ, Κόουλ), έχει ανακηρυχτεί πέντε φορές κορυφαίος Γάλλος ποδοσφαιριστής και έχει πάρει δύο σερί Χρυσά Παπούτσια (2004, 2005).
3. ΦΡΑΝΘΙΣΚΟ ΧΕΝΤΟ
Ηταν απίστευτα γρήγορος για την εποχή του και είχε μετρηθεί πως έκανε τα 100 μέτρα σε λιγότερο από 11 δευτερόλπετα. Ο,τι και αν έκανε στην τεράστια καριέρα του ήταν εκπληκτικό. Και μόνο το ότι έπαιξε 18 χρόνια στη Ρεάλ (1953-'71) αρκεί. Οταν όμως γίνεται η καταμέτρηση των επιτευγμάτων του, χάνεται η μπάλα. Με τη Βασίλισσα έπαιξε σε οκτώ τελικούς Πρωταθλητριών. Μόνο ο Πάολο Μαλντίνι βρέθηκε σε τόσους, αλλά με μικρότερη επιτυχία (ο Χέντο πήρε τους έξι 1956, 1957, 1958, 1959, 1960, 1966, ενώ ο Μαλντίνι του πέντε). Βέβαια ο Χέντο βρέθηκε και σε έναν ακόμα ευρωπαϊκό τελικό, αυτόν του Κυπελλούχων του 1971 (ήταν από την Τσέλσι). Είχε έφεση στο σκοράρισμα και έβαλε 30 γκολ σε 89 ευρωπαϊκά ματς. Με τη Βασίλισσα πανηγύρισε 12 πρωταθλήματα, δύο Κύπελλα, ένα Διηπειρωτικό (1960), ενώ και με την Εθνική Ισπανίας γιόρτασε την κατάκτηση του EURO του 1964.
2. ΡΑΪΑΝ ΓΚΙΓΚΣ
Είναι σούπερ στα 38 του και παίζει αδιάλειπτα σε αυτό το επίπεδο με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ από το 1990 (έχει σκοράρει σε κάθε χρονιά της καριέρας του)! Δυστυχώς είναι Ουαλός και αυτό του στέρησε την ευκαιρία να πρωταγωνιστήσει και σε επίπεδο Εθνικών ομάδων. Εμείς όμως που λατρεύουμε τις κούρσες και το μυαλωμένο παιχνίδι του, αυτό θα το προσπεράσουμε. Με τους Κόκκινους Διαβόλους πάντως τα έχει ζήσει όλα (895 συμμετοχές και 162 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις): Είναι ο ρέκορντμαν σε ένα σωρό κατηγορίες. Εχει τα περισσότερα πρωταθλήματα (12), έχει τέσσερα Κύπελλα, ισάριθμα Λιγκ Καπ και οκτώ Σούπερ Καπ. Επίσης δύο Τσάμπιονς Λιγκ (1999, 2008), ισάριθμα Διηπειρωτικά και ακόμα δύο χαμένους τελικούς (2009, 2011) συν ένα ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ (1999). Για μία δεκαετία (1992-'02) βρισκόταν στην κορυφαία 11άδα του Τσάμπιονς Λιγκ (κανείς άλλος δεν το έχει κάνει), έχει τις περισσότερες ασίστ στην ιστορία του αγγλικού ποδοσφαίρου (271) ακι δεν έχει αποβληθεί ποτέ σε συλλογικό επίπεδο (μόνο μία φορά με την Ουαλία).
1. ΓΙΟΧΑΝ ΚΡΟΙΦ
Εάν το περίφημο «ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο» του Ρίνους Μίχελς μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα μοναδικού κάλλους πλεκτό, ο Γιόχαν Κρόιφ αποτελούσε από μόνος του τη δαντέλα του. Κανείς από όλους τους άλλους, όσο καλοί και να υπήρξαν, δεν ήταν τόσο πλαστικός, τόσο αέρινος. Τα τελειώματα του ήταν ποιητικά και ο ποδοσφαιρικός εγκέφαλος του υπολογιστής από το υπερπέραν. Με το που έγινε 19 ετών πήρε φανέλα βασικού στον Αίαντα και με το καλημέρα τον οδήγησε στο πρωτάθλημα. Το μεγαλύτερο ευτύχημα στην καριέρα του ήταν πως πάντοτε είχε σπουδαίους συμπαίκτες που τον έκαναν καλύτερο. Και εκείνος όμως τους ανέβαζε όλους επίπεδο και δικαίως θεωρείτε ως ένας από τους τέσσερις μεγάλους του παρελθόντος (Πελέ, Μαραντόνα, Ντι Στέφανο)!
Εξτρέμ δεν ήταν. Σήμερα θα έπαιζε περισσότερο ως δεύτερος επιθετικός. Ωστόσο, όπως έπαιζε τότε ο Αγιαξ και η Ολλανδία, κινούταν σχεδόν πάντοτε στα αριστερά και συνέκλινε προς τα μέσα, για να πατήσει περιοχή και να σκοράρει. Με τον Αίαντα κατέκτησε στη σειρά τρία Πρωταθλητριών , ξεκινώντας με αυτό κόντρα στον Παναθηναϊκό (1971, 1972, 1973). Επίσης ένα Διηπειρωτικό (1972), δύο Σούπερ Καπ Ευρώπης (1972, 1973), οκτώ πρωταθλήματα σε εννέα χρόνια και πέντε Κύπελλα. Το 1973 μετακόμισε στη Μπαρτσελόνα ως η πιο ακριβή μεταγραφή όλων των εποχών. Στην Πριμέρα πανηγύρισε ένα πρωτάθλημα και ένα Κύπελλο και όταν επέστρεψε στην Ολλανδία για λογαριασμό της Φέγενοορντ πήρε το νταμπλ (1984). Με τους Οράνιε έφτασε στην πηγή, αλλά τελικά ηττήθηκε από τη Δυτική Γερμανία στον τελικό του Μουντιάλ του 1974 (σε αυτόν του 1978 δεν έπαιξε).
Οσο για τις ατομικές διακρίσεις του είναι πάμπολλες με σημαντικότερες όλων τις τρεις Χρυσές Μπάλες (1971, 1973, 1974) και την τρίτη θέση στην ίδια ψηφοφορία του 1975. Το 1967 είχε ήδη κερδίσει το Χρυσό Παπούτσι της Ευρώπης (33 γκολ στη λίγκα και 43 γενικά), ενώ ανακηρύχτηκε πέντε φορές κορυφαίος Ολλανδός ποδοσφαιριστής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου