Γράφει ο Ρομανός Γεροδήμος
Μία συνταρακτική αλλαγή γίνεται στο Ελληνικό πολιτικό σύστημα. Τα συνεχείς πακέτα διάσωσης και μέτρα λιτότητας που εφαρμόζονται τα τελευταία δύο χρόνια έχουν οδηγήσει σε μία θεμελιώδης πολιτική κρίση που επηρεάζει την λειτουργία της κυβέρνησης αλλά και την θέση βασικών πολιτικών προσώπων και κομμάτων. Το ντιμπέιτ της Κυριακής στο Κοινοβούλιο σχετικά με το τελευταίο πακέτο διάσωσης και λιτότητας σημαδεύτηκε από πρωτοφανή σκηνές έντασης μέσα αλλά και έξω από το κτήριο. Το νομοσχέδιο περάστηκε, αλλά άφησε τα ιστορικά κτήρια στο κέντρο της Αθήνα, όπως και τα δύο κόμματα της προσωρινής κυβέρνησης συμμαχίας, σε συντρίμια.
Αλλά, θα ήταν λάθος να αποδοθούν οι καταστροφές της Κυριακής στα μέτρα λιτότητας — παρόμοια γεγονότα ξαναέγιναν τον Δεκέμβριο 2008, πολύ πιο πριν από οποιαδήποτε συζήτηση περί δημοσιονομικής κρίσης της Ελλάδας. Αυτό που συμβολίζουν τα γεγονότα αυτά είναι η ενσωμάτωση του εξτρεμισμού σε κυρίαρχη τάση στην Ελλάδα και την απόρριψη του κράτους δικαίου. Ο εξτρεμισμός — τόσο από την ακραία αριστερά όσο και από την ακραία δεξιά — είναι εμφανής σε όλη την πολιτική σφαίρα: έχει διεισδύσει στην πολιτική ρητορική, έχει δημιουργήσει διχασμό ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες, είναι εμφανές στις καθημερινές συζητήσεις των πολιτών που καταδικάζουν όχι μόνο συγκεκριμένους πολιτικούς, αλλά και τα ίδια όργανα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Αυτό που προσφέρει η δικαιολογία της ακραίας λιτότητας είναι μία τέλεια δικαιολογία — την τέλεια κάλυψη — για περαιτέρω ανάπτυξη του εξτρεμισμού.
Φένεται ότι η κοινή γνώμη της Ελλάδας μπορεί να ανεχθεί την συνεχής και εκτεταμένη καταστροφή της κεντρικής Αθήνας, αλλά δεν μπορεί να δεχτεί καμία κίνηση από την αστυνομία ή από τους πολιτικούς που θα συγκρατούσε αυτές τις λίγες ομάδες εξτρεμιστών που προκαλούν χάος.
Οι λόγοι πίσω από αυτή την αυτοκαταστροφική τάση είναι ιστορικοί και κοινωνικοί. Πηγάζουν από τον μεγάλο διαχωρισμό μεταξύ δεξιάς και αριστεράς στην Ελλάδα, που υπάρχει για σχεδόν έναν αιώνα. Δεξιές κυβερνήσεις — είτε ελεγμένες ή επιβλημένες — κυριάρχησαν την Ελληνική πολιτική για μεγάλο μέρος του 20ου αιώνα.
Ο στρατός και η αστυνομία υπήρξαν συντελεστικοί παράγοντες στην συγκράτιση του κομμουνισμού και την καταστολή της αριστεράς, με αποκορύφωμα την στρατιωτική χούντα το 1967 – 1974 που σημάδεψε την Ελληνική συνείδηση. Στο μυαλό πολλών Ελλήνων, η αστυνομική δράση είναι συνδεδεμένη με την κατάπνιξη βασικών ατομικών ελευθεριών.
Όμως, αυτό που δεν βλέπουν πολλοί είναι ότι η Ελλάδα έχει καταλήξει πλέον στο άλλο άκρο, στο οποίο η έλλειψη τάξης και ηθικής βλάπτουν αυτούς που τα χρειάζονται περισσότερο. Η εκτεταμένη φοροδιαφυγή, που δημιουργεί τεράστια ελλείματα, χτυπάει τους συνταξιούχους και τις εργατικές τάξεις. Οι συνεχείς απεργίες και διαμαρτυρίες βλάπτουν τους κινούμενους επαγγελματίες, εργάτες και τουρίστες. Η Έλληνες έχουν μία σχέση αγάπης και μίσους με το κράτος — ιστορικά, βασίζονται πάνω του, αλλά συγχρόνως προσπαθούν πάντα να το υπονομεύσουν.
Ο ρόλος του κράτους και του δημόσιου τομέα είναι συνήθως στο κέντρο των πολιτικών ντιμπέιτ μεταξύ δεξιάς και αριστεράς. Αλλά, για την πρώτη φορά στο πρόσφατο παρελθόν, η πολιτική μάχη στην Ελλάδα δεν δίνεται μεταξύ αριστεράς και δεξιάς, αλλά μεταξύ των μοντερνιστών και των λαϊκιστών, και οι δύο των οποίων υπάρχουν στα περισσότερα πολιτικά κόμματα.
Οι μοντερνιστές στηρίζουν την θέση της Ελλάδας στην Ευρωζώνη άσχετα από όλα τα κόστη και είναι υπέρ των ριζικών μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανωμένου ενός μικρότερου και πιο αποτελεσματικού ρόλου για τον δημόσιο τομέα. Οι λαϊκιστές απορρίπτουν τα μέτρα λιτότητας υποστηρίζοντας ότι ούτως ή άλλως θα οδηγήσουν σε χρεοκοπία. Οι πρώτοι δεν έχουν καταφέρει ακόμα να αποδείξουν ότι η λιτότητα έχει επιτυχία. Από την άλλη, οι λαϊκιστές δεν έχουν προσφέρει ακόμα μία εναλλακτική λύση.
Την Κυριακή το βράδυ, η Ελληνική τηλεόραση μετέδιδε δύο διαφορετικές ζωντανές μεταδόσεις. Η πρώτη ήταν από το εσωτερικό της Βουλής, δείχνοντας μία αποσυνδεδεμένη πολιτική τάξη να ασχολείται με τις συνιθισμένες μικρο-πολιτικές διαφωνίες και αυτο-συγχαρητηρίων. Η άλλη μετάδοση ήταν της συνεχούς καταστροφής στους δρόμους της Αθήνας. Η αντιπαράθεση δεν θα μπορούσε να είναι εμφανής. Έφερε μία τρομακτική ομοιότητα με τις τελευταίες μέρες της Γερμανικής δημοκρατίας του Weimar την δεκαετία του 1930. Ένα πράγμα είναι σίγουρο — το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα αλλάζει και οι συνέπειες πολύ πιθανόν να έχουν επιρροές στην Ευρώπη και τον κόσμο.
Η ψηφοφορία της Κυριακής οδήγησε στην αποβολή 45 βουλευτών από το βασικό σώμα των τριών κομμάτων. Κανένα πολιτικό κόμμα δεν έχει απόλυτη πλειοψηφία πια. Εκτός από τον παγκόσμιο σκεπτικισμό, ο Έλληνας προθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος είναι αντιμέτωπος με το κενό εξουσίας στην καρδιά του πολιτικού συστήματος.
Αν και δεν έχει ελεγχθεί, έχει μία μοναδική ευκαιρία να επαναπροσδιορίσει το πολιτικό ντιμπέιτ και να αναπροσδιορίσει το πολιτικό σύστημα χρησιμοποιώντας το αναδυόμενο κοινωνικό κίνημα που είναι υπέρ της σταθερότητας, λογικής και μεταρρύθμισης.
*Ο Ρομανός Γεροδήμος είναι λέκτορας στην παγκόσμια επικαιρότητα στο Παντεπιστήμιο του Bournemouth, και ιδρυτής και μέλλος του Εξειδικευμένης Ομάδας Ελληνικής Πολιτικής (GPSG) του Οργανισμού Πολιτικών Σπουδών του Ηνωμένου Βασιλείου. Επί του παρόντος ερευνάει την πολιτική πεποίθηση των Ελλήνων εξτρεμιστών.
http://www.realpolitics.gr/archives/40863/
Μία συνταρακτική αλλαγή γίνεται στο Ελληνικό πολιτικό σύστημα. Τα συνεχείς πακέτα διάσωσης και μέτρα λιτότητας που εφαρμόζονται τα τελευταία δύο χρόνια έχουν οδηγήσει σε μία θεμελιώδης πολιτική κρίση που επηρεάζει την λειτουργία της κυβέρνησης αλλά και την θέση βασικών πολιτικών προσώπων και κομμάτων. Το ντιμπέιτ της Κυριακής στο Κοινοβούλιο σχετικά με το τελευταίο πακέτο διάσωσης και λιτότητας σημαδεύτηκε από πρωτοφανή σκηνές έντασης μέσα αλλά και έξω από το κτήριο. Το νομοσχέδιο περάστηκε, αλλά άφησε τα ιστορικά κτήρια στο κέντρο της Αθήνα, όπως και τα δύο κόμματα της προσωρινής κυβέρνησης συμμαχίας, σε συντρίμια.
Αλλά, θα ήταν λάθος να αποδοθούν οι καταστροφές της Κυριακής στα μέτρα λιτότητας — παρόμοια γεγονότα ξαναέγιναν τον Δεκέμβριο 2008, πολύ πιο πριν από οποιαδήποτε συζήτηση περί δημοσιονομικής κρίσης της Ελλάδας. Αυτό που συμβολίζουν τα γεγονότα αυτά είναι η ενσωμάτωση του εξτρεμισμού σε κυρίαρχη τάση στην Ελλάδα και την απόρριψη του κράτους δικαίου. Ο εξτρεμισμός — τόσο από την ακραία αριστερά όσο και από την ακραία δεξιά — είναι εμφανής σε όλη την πολιτική σφαίρα: έχει διεισδύσει στην πολιτική ρητορική, έχει δημιουργήσει διχασμό ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες, είναι εμφανές στις καθημερινές συζητήσεις των πολιτών που καταδικάζουν όχι μόνο συγκεκριμένους πολιτικούς, αλλά και τα ίδια όργανα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Αυτό που προσφέρει η δικαιολογία της ακραίας λιτότητας είναι μία τέλεια δικαιολογία — την τέλεια κάλυψη — για περαιτέρω ανάπτυξη του εξτρεμισμού.
Φένεται ότι η κοινή γνώμη της Ελλάδας μπορεί να ανεχθεί την συνεχής και εκτεταμένη καταστροφή της κεντρικής Αθήνας, αλλά δεν μπορεί να δεχτεί καμία κίνηση από την αστυνομία ή από τους πολιτικούς που θα συγκρατούσε αυτές τις λίγες ομάδες εξτρεμιστών που προκαλούν χάος.
Οι λόγοι πίσω από αυτή την αυτοκαταστροφική τάση είναι ιστορικοί και κοινωνικοί. Πηγάζουν από τον μεγάλο διαχωρισμό μεταξύ δεξιάς και αριστεράς στην Ελλάδα, που υπάρχει για σχεδόν έναν αιώνα. Δεξιές κυβερνήσεις — είτε ελεγμένες ή επιβλημένες — κυριάρχησαν την Ελληνική πολιτική για μεγάλο μέρος του 20ου αιώνα.
Ο στρατός και η αστυνομία υπήρξαν συντελεστικοί παράγοντες στην συγκράτιση του κομμουνισμού και την καταστολή της αριστεράς, με αποκορύφωμα την στρατιωτική χούντα το 1967 – 1974 που σημάδεψε την Ελληνική συνείδηση. Στο μυαλό πολλών Ελλήνων, η αστυνομική δράση είναι συνδεδεμένη με την κατάπνιξη βασικών ατομικών ελευθεριών.
Όμως, αυτό που δεν βλέπουν πολλοί είναι ότι η Ελλάδα έχει καταλήξει πλέον στο άλλο άκρο, στο οποίο η έλλειψη τάξης και ηθικής βλάπτουν αυτούς που τα χρειάζονται περισσότερο. Η εκτεταμένη φοροδιαφυγή, που δημιουργεί τεράστια ελλείματα, χτυπάει τους συνταξιούχους και τις εργατικές τάξεις. Οι συνεχείς απεργίες και διαμαρτυρίες βλάπτουν τους κινούμενους επαγγελματίες, εργάτες και τουρίστες. Η Έλληνες έχουν μία σχέση αγάπης και μίσους με το κράτος — ιστορικά, βασίζονται πάνω του, αλλά συγχρόνως προσπαθούν πάντα να το υπονομεύσουν.
Ο ρόλος του κράτους και του δημόσιου τομέα είναι συνήθως στο κέντρο των πολιτικών ντιμπέιτ μεταξύ δεξιάς και αριστεράς. Αλλά, για την πρώτη φορά στο πρόσφατο παρελθόν, η πολιτική μάχη στην Ελλάδα δεν δίνεται μεταξύ αριστεράς και δεξιάς, αλλά μεταξύ των μοντερνιστών και των λαϊκιστών, και οι δύο των οποίων υπάρχουν στα περισσότερα πολιτικά κόμματα.
Οι μοντερνιστές στηρίζουν την θέση της Ελλάδας στην Ευρωζώνη άσχετα από όλα τα κόστη και είναι υπέρ των ριζικών μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανωμένου ενός μικρότερου και πιο αποτελεσματικού ρόλου για τον δημόσιο τομέα. Οι λαϊκιστές απορρίπτουν τα μέτρα λιτότητας υποστηρίζοντας ότι ούτως ή άλλως θα οδηγήσουν σε χρεοκοπία. Οι πρώτοι δεν έχουν καταφέρει ακόμα να αποδείξουν ότι η λιτότητα έχει επιτυχία. Από την άλλη, οι λαϊκιστές δεν έχουν προσφέρει ακόμα μία εναλλακτική λύση.
Την Κυριακή το βράδυ, η Ελληνική τηλεόραση μετέδιδε δύο διαφορετικές ζωντανές μεταδόσεις. Η πρώτη ήταν από το εσωτερικό της Βουλής, δείχνοντας μία αποσυνδεδεμένη πολιτική τάξη να ασχολείται με τις συνιθισμένες μικρο-πολιτικές διαφωνίες και αυτο-συγχαρητηρίων. Η άλλη μετάδοση ήταν της συνεχούς καταστροφής στους δρόμους της Αθήνας. Η αντιπαράθεση δεν θα μπορούσε να είναι εμφανής. Έφερε μία τρομακτική ομοιότητα με τις τελευταίες μέρες της Γερμανικής δημοκρατίας του Weimar την δεκαετία του 1930. Ένα πράγμα είναι σίγουρο — το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα αλλάζει και οι συνέπειες πολύ πιθανόν να έχουν επιρροές στην Ευρώπη και τον κόσμο.
Η ψηφοφορία της Κυριακής οδήγησε στην αποβολή 45 βουλευτών από το βασικό σώμα των τριών κομμάτων. Κανένα πολιτικό κόμμα δεν έχει απόλυτη πλειοψηφία πια. Εκτός από τον παγκόσμιο σκεπτικισμό, ο Έλληνας προθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος είναι αντιμέτωπος με το κενό εξουσίας στην καρδιά του πολιτικού συστήματος.
Αν και δεν έχει ελεγχθεί, έχει μία μοναδική ευκαιρία να επαναπροσδιορίσει το πολιτικό ντιμπέιτ και να αναπροσδιορίσει το πολιτικό σύστημα χρησιμοποιώντας το αναδυόμενο κοινωνικό κίνημα που είναι υπέρ της σταθερότητας, λογικής και μεταρρύθμισης.
*Ο Ρομανός Γεροδήμος είναι λέκτορας στην παγκόσμια επικαιρότητα στο Παντεπιστήμιο του Bournemouth, και ιδρυτής και μέλλος του Εξειδικευμένης Ομάδας Ελληνικής Πολιτικής (GPSG) του Οργανισμού Πολιτικών Σπουδών του Ηνωμένου Βασιλείου. Επί του παρόντος ερευνάει την πολιτική πεποίθηση των Ελλήνων εξτρεμιστών.
http://www.realpolitics.gr/archives/40863/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου