Στο τραπέζι το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, οι επενδύσεις και ο τουρισμός, αλλά και η λαθρομετανάστευση
Την προσεχή Τετάρτη, 10 Οκτωβρίου, καταφθάνει ο
Αχμέτ Νταβούτογλου στην Αθήνα, σε μια συγκυρία δύσκολη τόσο για την
Τουρκία όσο και για την Ελλάδα. Η εξωτερική πολιτική της Αγκυρας έχει
κολλήσει εδώ και μήνες στον «βάλτο της Συρίας». Την ίδια στιγμή, η Αθήνα
παραμένει εγκλωβισμένη στο «κυνήγι της δόσης» που ελάχιστα περιθώρια
αφήνει για διπλωματικές πρωτοβουλίες.
Η επίσκεψη Νταβούτογλου θα μπορούσε επομένως να λειτουργήσει ως καταπραϋντικό για τις δύο
χώρες: για τη μεν Ελλάδα ότι επανενεργοποιείται και επιδιώκει να
αξιοποιήσει το καλό κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ώστε να τονώσει
την οικονομία της (μέσω εξαγωγών, προσέλκυσης τούρκων τουριστών και
επενδύσεων). Και για την Τουρκία ότι η «πολιτική των μηδενικών
προβλημάτων με τους γείτονες» μπορεί να αμφισβητείται αλλά δεν έχει
καταρρεύσει.
Στις συνομιλίες του Νταβούτογλου με τον έλληνα υπουργό Εξωτερικών
κ. Δ. Αβραμόπουλο, βασικό πιάτο στο διπλωματικό μενού θα είναι η
προετοιμασία και ει δυνατόν η ανακοίνωση των ημερομηνιών για τη σύγκληση
του 2ου Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας. Αυτή τη φορά, το Συμβούλιο θα
λάβει χώρα στην Τουρκία, την οποία θα πρέπει να επισκεφθεί ο
πρωθυπουργός κ. Αντ. Σαμαράς για να συναντήσει τον Ρετζέπ Ταγίπ
Ερντογάν.
Οι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν ότι πρόθεση των δύο πλευρών
είναι το Συμβούλιο να πραγματοποιηθεί τον Ιανουάριο ή το αργότερο τον
Φεβρουάριο. Ορισμένες σκέψεις που είχαν αρχικά διατυπωθεί κυρίως από την
πλευρά του υπουργείου Εξωτερικών περί πιθανής διεξαγωγής του ακόμη και
εντός του Νοεμβρίου απερρίφθησαν. Οι λόγοι ήταν βασικά δύο: Ο πρώτος
ήταν ότι δεν μπορούσε να φανεί η Ελλάδα ότι συμμετέχει στο Ανώτατο
Συμβούλιο Συνεργασίας με την Τουρκία όταν η τελευταία δεν αναγνωρίζει
την εκ περιτροπής προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ. Ο δεύτερος
είναι ότι επί του ζητήματος της διεξαγωγής υπήρξε και μια ελαφρά
διαφωνία στο εσωτερικό της κυβέρνησης, με το Μέγαρο Μαξίμου να μην επιδεικνύει μεγάλη βιασύνη. Την ίδια
στιγμή πάντως, ανώτατη πηγή του υπουργείου Εξωτερικών δηλώνει προς «Το
Βήμα» ότι «το καλό κλίμα πρέπει να διατηρηθεί διότι αλλιώς θα πάμε αρκετά πίσω».
Ο κ. Αβραμόπουλος έχει ήδη δηλώσει ότι οι διερευνητικές επαφές
έπειτα από ένα αρκετά μεγάλο διάστημα που είχαν παγώσει θα ξεκινήσουν
πάλι. Μάλιστα, αποφάσισε την παραμονή από ελληνικής πλευράς του πρέσβη
ε.τ. κ. Π. Αποστολίδη ως επικεφαλής της ομάδας διαπραγμάτευσης και ως
συνομιλητού του Φεριντούν Σινιρλίογλου, νούμερο 3 στο τουρκικό υπουργείο
Εξωτερικών.
Το ερώτημα είναι ποια ακριβώς μορφή θα έχουν οι διερευνητικές
επαφές. Μέχρι στιγμής έχουν υπάρξει δύο μοντέλα. Το ένα ήταν αυτό που
είχε ακολουθήσει η κυβέρνηση Παπανδρέου. Ιδιαίτερα την περίοδο
Παπανδρέου, οι συζητήσεις είχαν προχωρήσει ουσιαστικά για την
οριστικοποίηση ενός κειμένου Πολιτικής Συμφωνίας που θα έθετε τις αρχές
για μια ευρύτερη ελληνοτουρκική συνεννόηση. Ωστόσο, στο ζήτημα του
Καστελόριζου η Αγκυρα, επικαλούμενη και σειρά αποφάσεων διεθνών
δικαστηρίων, τηρεί σκληρή στάση. Το άλλο μοντέλο ήταν αυτό που
ακολούθησε η κυβέρνηση του κ. Κ. Καραμανλή τόσο επί υπουργίας Π.
Μολυβιάτη όσο και επί Ντόρας Μπακογιάννη. Περισσότερο διαχειριστικό,
είχε σκοπό να αποφευχθούν οι κακοτοπιές.
Εμπειροι διπλωμάτες εκτιμούν ότι σήμερα οι διερευνητικές επαφές
είναι πιο πιθανό να κινηθούν εγγύτερα στο δεύτερο μοντέλο. Και αυτό
διότι η συγκυρία δεν επιτρέπει ακροβατισμούς. Ετσι ερμηνεύουν άλλωστε οι
ίδιες πηγές την πολύ προσεκτική στάση του κ. Σαμαρά και στο θέμα
της ανακήρυξης, μονομερώς από την Ελλάδα, ΑΟΖ με σκοπό την εκμετάλλευση
του υποθαλάσσιου πλούτου. Το νομικό πλαίσιο της οριοθέτησης ΑΟΖ είναι
ιδιαίτερα περίπλοκο, ενώ σημαντικοί παίκτες όπως οι ΗΠΑ έχουν καταστήσει
σαφές ότι μονομερείς κινήσεις δεν είναι καλοδεχούμενες σε περιοχές
εύφλεκτες όπως η Ανατολική Μεσόγειος.
Πέραν των δύσκολων ζητημάτων, η οικονομική συνεργασία φέρνει κοντά
τις δύο χώρες. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2011 ήταν η πρώτη φορά που το
εμπορικό ισοζύγιο έκλινε υπέρ της χώρας μας λόγω και της μείωσης των
ελληνικών εισαγωγών από την Τουρκία.
Αυτή η διαφορά είναι μεταξύ άλλων και λόγος που αρκετές τουρκικές
επιχειρήσεις και όμιλοι, όπως ο όμιλος Κοτς, ενδιαφέρονται να
συμμετάσχουν στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων. Ο όμιλος Κοτς μάλιστα έχει
ήδη εκφράσει ενδιαφέρον για την απόκτηση μαρινών. Ωστόσο, η ελληνική
πλευρά ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την ενίσχυση του τουριστικού ρεύματος
από την Τουρκία. Η απελευθέρωση της εισόδου στην Ελλάδα των κατόχων
«πράσινων διαβατηρίων» έδωσε σημαντική ώθηση στον τουρισμό, ενώ πολύ
θετικά κρίνει η τουρκική πλευρά τη βούληση της υπουργού Τουρισμού κυρίας
Ολγας Κεφαλογιάννη να αναβαθμιστεί η συνεργασία αυτή.
Παράλληλα, η Αθήνα και η Αγκυρα θα επιδιώξουν να συντονίσουν
καλύτερα τις ενέργειές τους στον «Φάκελο Λαθρομετανάστευση». Το πρόσφατο
περιστατικό στο Φαρμακονήσι ήρθε να υπενθυμίσει ότι όλα κρέμονται από
μια κλωστή. Με αφορμή και την προσφυγική πίεση που δέχεται η Τουρκία από
τη Συρία (το Συριακό, όπως και οι ευρύτερες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή
και στην Ανατολική Μεσόγειο θα αποτελέσουν θέματα των συνομιλιών), η
Αθήνα επιδιώκει να πείσει την Αγκυρα για στενότερη συνεργασία η οποία,
τουλάχιστον σε επίπεδο πληροφοριών, είχε βελτιωθεί σημαντικά. Αυτό είχε
ως αποτέλεσμα καλύτερο έλεγχο στον Εβρο, αν και πλέον το πρόβλημα
επανεμφανίζεται δυναμικά στο Αιγαίο.
(newsit)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου