Γράφει ο Wolfgang Schäuble
Όταν οι υπουργοί οικονομικών και οι πρόεδροι των κρατικών τραπεζών θα συναντηθούν την επόμενη εβδομάδα στην ετήσια συνάντηση του «διεθνούς νομισματικού ταμείου» (ΔΝΤ), ένα από τα πράγματα που θα τους απασχολούν θα είναι η ευρωπαϊκή κρίση χρέους.
Ως υπουργός οικονομικών της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας, ασφαλώς δεν είναι αυτού του είδους το ενδιαφέρον που αναζητώ. Από την άλλη, εφέτος οι Ευρωπαίοι ομόλογοί μου κι εγώ θα έχουμε μερικά καλά νέα να κομίσουμε στη σύνοδο του ΔΝΤ.
Ως υπουργός οικονομικών της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας, ασφαλώς δεν είναι αυτού του είδους το ενδιαφέρον που αναζητώ. Από την άλλη, εφέτος οι Ευρωπαίοι ομόλογοί μου κι εγώ θα έχουμε μερικά καλά νέα να κομίσουμε στη σύνοδο του ΔΝΤ.
Παρά την συνέχιση της ρευστότητας των αγορών και τις οικονομικές ωδίνες σε ορισμένες οικονομίες της περιοχής, αναδύονται σταδιακά μια σειρά από φαινόμενα που δεν έχουν προσεχθεί όσο θα 'πρεπε και που όλα υπογραμμίζουν όλα το ίδιο: η θεραπευτική αγωγή πετυχαίνει!
Υπάρχει μεγάλη ποικιλία ακαδημαϊκών προτάσεων ως προς το πώς να επιλυθεί η κρίση χρέους της ευρωζώνης, αλλά ελάχιστες διαφωνίες ως προς τα αίτιά της: μια δεκαετία μείωσης της ανταγωνιστικότητας και δημοσιονομικής επιδείνωσης σε πολυάριθμα κράτη-μέλη. Αυτά έγιναν δυνατά -αλλά και σκεπάστηκαν ταυτόχρονα- χάρη στις κερδοσκοπικές «φούσκες» που δημιουργήθηκαν όταν το φτηνό χρήμα συναντήθηκε με τον ανεξέλεγκτο χρηματοπιστωτικό τομέα.
Πεπεισμένοι πως έπρεπε να αντιμετωπίσουμε ριζικά την ασθένεια αυτή, εμείς οι Ευρωπαίοι ξεδιπλώσαμε μια στρατηγική αντιμετώπισής της που στηριζόταν σε τέσσερις πυλώνες:
- σκληρές εθνικές μεταρρυθμίσεις, για τόνωση της ανταγωνιστικότητας και δημοσιονομική εξισορρόπηση·
- αναθεώρηση της συνολικής διακυβέρνησης της ευρωζώνης, προκειμένου να επιδιορθωθούν τα εγγενή σχεδιαστικά της ελλείμματα·
- αυστηρότερο έλεγχο του χρηματοπιστωτικού τομέα και
- εγκαθίδρυση ταμείων διάσωσης, προκειμένου να κατοχυρωθούν οι παραπαίουσες οικονομίες από τα βραχυπρόθεσμα προβλήματα δανεισμού τους καθώς θα εξελίσσονται οι μεταρρυθμίσεις τους.
Δύο χρόνια μετά την έναρξη της κοινής μας προσπάθειας, είναι σαφές πως αυτή η στρατηγική είναι ορθή και πως, παρά τις απίστευτες δυσκολίες, αποφέρει καρπούς.
Δείτε πώς εκτοξεύτηκαν τα δημοσιονομικά ελλείμματα μετά το σοκ της οικονομικής κρίσης του 2007-2008 αναδεικνύοντας ταυτόχρονα βαθιές διαρθρωτικές αδυναμίες στην οικονομία πολλών κρατών-μελών. Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, το έλλειμμα της ευρωζώνης φέτος αναμένεται να φτάσει στο 3.2% του ΑΕΠ, ήτοι έχει μειωθεί στο μισό σε σχέση με το 2009 και βρίσκεται πολύ χαμηλότερο από το αντίστοιχο έλλειμμα των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασιλείου ή της Ιαπωνίας. Την τελευταία τριετία το «δομικό έλλειμμα» (ήτοι το έλλειμμα αφαιρουμένων των επιπτώσεων του κύκλου της οικονομίας) μειώθηκε στο 2.1% από το 4.6%.
Τα δημόσια οικονομικά βελτιώνονται ποσοτικά και ποιοτικά. Είναι υγιέστερα και μακροπρόθεσμα πιο βιώσιμα.
Το σημαντικότερο ίσως να είναι πως οι οικονομικές ανισορροπίες που αναπτύχθηκαν εντός της ευρωζώνης κατά την πρώτη δεκαετία της ύπαρξής της άρχισαν να υποχωρούν:
- Μετά από την πολυετή αύξησή των ελλειμμάτων τρεχουσών συναλλαγών στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα, πετύχαμε την ραγδαία αποκλιμάκωσή τους, χάρη όχι μόνο στην συμπίεση της κατανάλωσης και των εισαγωγών, αλλά επίσης, πράγμα κρίσιμο, στην αύξηση των εξαγωγών τους. Η Γερμανία συνεισφέρει σε αυτή, καθιστάμενη όλο και περισσότερο σε μια εισαγωγική αγορά για τα προϊόντα των Ευρωπαίων γειτόνων της, χάρη σε μια εθνική πολιτική ρωμαλέας τόνωσης της εσωτερικής της ζήτησης.
- Αλλά και η αποδιάρθρωση της ανταγωνιστικότητας, που επίσης χαρακτήριζε ένα μεγάλο τμήμα της ευρωζώνης από την ίδρυσή της, επίσης αντιστρέφεται: το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στην Ιρλανδία και την Ελλάδα μειώθηκε κατά 12% από το 2009 και κατά 6% και 5% αντίστοιχα στην Ισπανία και την Πορτογαλία.
- Όπως αναγνωρίζει ο «οργανισμός οικονομικής συνεργασίας και ανάπτυξης» (ΟΟΣΑ) στην πρόσφατη έκθεσή του «οδεύοντας προς την ανάπτυξη 2012» η κρίση λειτούργησε ως καταλύτης για να προχωρήσουν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσει στις χώρες που τις χρειάζονταν περισσότερο, ιδίως στην αγορά εργασίας. Αυτό είναι σημαντικό, καθώς εξασφαλίζει πως αφού η περιοχή μας ξεπεράσει τις τρέχουσες οικονομικές ωδίνες από τις οποίες σήμερα υποφέρει, η οικονομία της θα αναπτυχθεί με πολύ πιο ρωμαλέο τρόπο και θα δημιουργήσει πολύ περισσότερες θέσεις εργασίας.
Όπως δείχνουν αυτές οι τάσεις, ο τρόπος διαχείρισης της ευρωπαϊκής κρίσης αποδείχθηκε ορθή. Αλλά δεν χρειάζονται θριαμβολογίες. Θα πρέπει να τις δούμε απλά σαν ενθάρρυνση για να συνεχίσουμε στον ίδιο δρόμο
Αυτού του είδους η διαρθρωτική διόρθωση που επιχειρείται στην Ευρώπη είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ για να επιτευχθεί η ισχυρή, βιώσιμη και ισόρροπη μεγέθυνση της οικονομίας που δεσμεύτηκαν να προωθήσουν οι G20. Έστω κι αν βραχυπρόθεσμα μπορεί να πλήττει την ανάπτυξη και να επιτείνει τις ωδίνες στην αγορά εργασίας, επιτείνοντας την πολιτική πίεση στις περισσότερες μεταρρυθμιστικές κυβερνήσεις. Παρομοίως, δεν πρέπει να μας καταπλήσσει πως το κόστος ανακεφαλαιοποίησης της οικονομίας που αντιμετωπίζουν μερικές από αυτές τις χώρες παραμένει υψηλό, παρά την σαφή βελτίωση των θεμελιωδών τους οικονομικών στοιχείων.
Είναι δύσκολο να υπογραμμίσει κανείς όπως πρέπει το πελώριο προσωπικό κόστος που καταβάλλουν πολλοί Ευρωπαίοι αυτόν τον καιρό. Αλλά αυτές οι θυσίες θα αποδεικνύονταν μάταιες αν υπαναχωρούσαμε τώρα και υποκύπταμε στις δήθεν θαυματουργικές θεραπείες της «αμοιβαίας διαχείρισης του χρέους», του «φθηνού χρήματος», της «νομισματικής τόνωσης της οικονομίας» και άλλων παρομοίων ελκυστικών μεν, αλλά και τοξικών φαρμάκων.
Η αντιμετώπιση μιας κρίσης παρόμοιας έκτασης απαιτεί μακροπρόθεσμη προσπάθεια, υπομονή κι επιμονή. Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει πρόσκαιρες υπαναχωρήσεις. Αλλά στο εθνικό επίπεδο υπάρχουν κι άλλες μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται να προχωρήσουν, π.χ. στην αγορά παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών. Υπάρχουν κι άλλα διδάγματα που χρειάζεται να αντληθούν όσον αφορά την ρύθμιση και τον έλεγχο των χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Χρειάζεται να εναρμονιστεί και να ολοκληρωθεί περισσότερο σε ευρωπαϊκό επίπεδο η δημοσιονομική και οικονομική πολιτική, αλλά και το νομοθετικό πλαίσιο και ο τρόπος επιτήρησης του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Η υπογράμμιση και η νομιμοποίηση αυτών των μεμονωμένων πρωτοβουλιών εντάσσονται σε μια συνολική προσπάθεια, για προχώρημα προς την πολιτική ένωση της Ευρώπης και την εμβάθυνση των πολιτικών και θεσμικών θεμελίων του οικοδομήματος της ευρωπαϊκής οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ).
Αλλά η κρίση δεν διδάσκει μόνο στους Ευρωπαίους. Σαν τους νόμους της φυσικής, οι νόμοι της οικονομίας ισχύουν για όλους. Ένα οικουμενικό δίδαγμα αυτής της κρίσης είναι πως η εμπιστοσύνη, ιδίως η εμπιστοσύνη προς τις αγορές, δεν μπορεί να αυξομειώνεται σαν λάστιχο. Σπάει. Κι όταν συμβεί αυτό, η αποκατάστασή της είναι δυσχερής.
Η ευρωπαϊκή κρίση χρειάζεται να λειτουργήσει σαν εγερτήριο σάλπισμα για αυτές τις κυβερνήσεις της Αμερικής και της Ασίας που το δημόσιο χρέος τους έχει φθάσει σε δυσθεώρητα και πρωτοφανή επίπεδα. Οφείλουν να χαράξουν έναν οδικό χάρτη προς την αποκατάσταση των δημοσιονομικών τους ισορροπιών και να βαλθούν να τον ακολουθήσουν.
(©Wall Street Journal)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου