Σημαντικές αλλαγές επιφέρει η βαθιά οικονομική κρίση στο ελληνικό
πολιτικό σύστημα, όπως αναφέρει στην έκθεσή της, μετά την επιτυχή...
έκβαση του PSI, η μεγάλη επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs. Όπως
επισημαίνει, το δίλημμα μεταξύ της κεντροδεξιάς και κεντροαριστερής
παράταξης φαίνεται να μην ισχύει πια για τους Έλληνες ψηφοφόρους, ενώ τα
πολιτικά κόμματα στη χώρα έχουν χωριστεί σε δύο νέες κατηγορίες:
αυτά που τάσσονται ξεκάθαρα υπέρ της παραμονής στην Ευρώπη και του κόστους που αυτό συνεπάγεται και σε αυτά που είτε είναι κατά της ευρωζώνης είτε τηρούν διφορούμενη στάση.
Σε ό,τι αφορά τη διαχείριση του ελληνικού χρέους, η Goldman Sachs επισημαίνει πως διατηρείται η αβεβαιότητα σε ορισμένους τομείς, που αφορούν το πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων με πιστωτές του εξωτερικού.Το γεγονός ότι δεν υπάρχει περίσσευμα κεφαλαίων στο νέο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας αφήνει μικρά περιθώρια αποπληρωμής των ομολόγων αλλοδαπού δικαίου των ιδιωτών που αρνήθηκαν να συμμετέχουν στην ανταλλαγή. Σύμφωνα με την GS, η διαχείριση του μικρού ποσοστού, το οποίο εκτιμάται στα 8 δισ. ευρώ, είναι από τα ζητήματα που θα απασχολήσουν στο εξής την αγορά.
Ο δεύτερος τομέας αβεβαιότητας είναι η διαδικασία ενεργοποίησης των ρητρών συλλογικής δράσης (CAC). Κατά πάσα πιθανότητα, με την εφαρμογή των CAC θα ενεργοποιηθούν τα CDS , αλλά το ποσό στο οποίο αντιστοιχούν τα ασφάλιστρα κινδύνου δεν θεωρείται σημαντικό. Κατά γενική ομολογία, πάντως, τα δύο αυτά ζητήματα που εμπνέουν κάποια ανησυχία είναι δευτερεύουσας σημασίας.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, με την ανταλλαγή των ομολόγων, αλλάζει σημαντικά η ισορροπία των κινδύνων μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Η έκθεση του ελληνικού ιδιωτικού τομέα στο ελληνικό δημόσιο χρέος μειώνεται μόλις στα 26 δισ. ευρώ, ενώ η έκθεση του ευρωπαϊκού δημόσιου τομέα στην Ελλάδα αυξάνεται σημαντικά. Εάν προσθέσουμε στα δύο πακέτα διάσωσης και τα κεφάλαια της ΕΚΤ προς τις ελληνικές τράπεζες, ο συνολικός δανεισμός της Ελλάδας από τον δημόσιο ευρωπαϊκό τομέα ανέρχεται συνολικά στα 350 δισ. ευρώ, εξηγεί η επενδυτική τράπεζα.
Σύμφωνα με την Goldman Sachs, στην Ελλάδα υπάρχουν σημαντικά περιθώρια διαρθρωτικών βελτιώσεων στο σκέλος της προσφοράς. Στην κατάταξη για τις συνθήκες ανάπτυξης της GS, η Ελλάδα βρίσκεται σε σχετικά χαμηλή θέση, δίπλα σε αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Ταϊλάνδη και η Βραζιλία.
Στους επιμέρους τομείς που αξιολογούνται από την GS, η Ελλάδα κατέχει υψηλή θέση σε επίπεδο υποδομών, παιδείας και προσδόκιμου ζωής (δημόσια υγεία). Ωστόσο, παρουσιάζει χαμηλή βαθμολογία λόγω των συνθηκών που δεν ευνοούν τις επενδύσεις, του χαμηλού επιπέδου εξωστρέφειας της οικονομίας και των μειωμένων επιδόσεων σε επίπεδο των κανόνων δικαίου. Οι αδυναμίες αυτές περιορίζουν τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας και ως εκ τούτου οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν κυρίως σε αυτούς τους τομείς.
(voria)
αυτά που τάσσονται ξεκάθαρα υπέρ της παραμονής στην Ευρώπη και του κόστους που αυτό συνεπάγεται και σε αυτά που είτε είναι κατά της ευρωζώνης είτε τηρούν διφορούμενη στάση.
Σε ό,τι αφορά τη διαχείριση του ελληνικού χρέους, η Goldman Sachs επισημαίνει πως διατηρείται η αβεβαιότητα σε ορισμένους τομείς, που αφορούν το πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων με πιστωτές του εξωτερικού.Το γεγονός ότι δεν υπάρχει περίσσευμα κεφαλαίων στο νέο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας αφήνει μικρά περιθώρια αποπληρωμής των ομολόγων αλλοδαπού δικαίου των ιδιωτών που αρνήθηκαν να συμμετέχουν στην ανταλλαγή. Σύμφωνα με την GS, η διαχείριση του μικρού ποσοστού, το οποίο εκτιμάται στα 8 δισ. ευρώ, είναι από τα ζητήματα που θα απασχολήσουν στο εξής την αγορά.
Ο δεύτερος τομέας αβεβαιότητας είναι η διαδικασία ενεργοποίησης των ρητρών συλλογικής δράσης (CAC). Κατά πάσα πιθανότητα, με την εφαρμογή των CAC θα ενεργοποιηθούν τα CDS , αλλά το ποσό στο οποίο αντιστοιχούν τα ασφάλιστρα κινδύνου δεν θεωρείται σημαντικό. Κατά γενική ομολογία, πάντως, τα δύο αυτά ζητήματα που εμπνέουν κάποια ανησυχία είναι δευτερεύουσας σημασίας.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, με την ανταλλαγή των ομολόγων, αλλάζει σημαντικά η ισορροπία των κινδύνων μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Η έκθεση του ελληνικού ιδιωτικού τομέα στο ελληνικό δημόσιο χρέος μειώνεται μόλις στα 26 δισ. ευρώ, ενώ η έκθεση του ευρωπαϊκού δημόσιου τομέα στην Ελλάδα αυξάνεται σημαντικά. Εάν προσθέσουμε στα δύο πακέτα διάσωσης και τα κεφάλαια της ΕΚΤ προς τις ελληνικές τράπεζες, ο συνολικός δανεισμός της Ελλάδας από τον δημόσιο ευρωπαϊκό τομέα ανέρχεται συνολικά στα 350 δισ. ευρώ, εξηγεί η επενδυτική τράπεζα.
Σύμφωνα με την Goldman Sachs, στην Ελλάδα υπάρχουν σημαντικά περιθώρια διαρθρωτικών βελτιώσεων στο σκέλος της προσφοράς. Στην κατάταξη για τις συνθήκες ανάπτυξης της GS, η Ελλάδα βρίσκεται σε σχετικά χαμηλή θέση, δίπλα σε αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Ταϊλάνδη και η Βραζιλία.
Στους επιμέρους τομείς που αξιολογούνται από την GS, η Ελλάδα κατέχει υψηλή θέση σε επίπεδο υποδομών, παιδείας και προσδόκιμου ζωής (δημόσια υγεία). Ωστόσο, παρουσιάζει χαμηλή βαθμολογία λόγω των συνθηκών που δεν ευνοούν τις επενδύσεις, του χαμηλού επιπέδου εξωστρέφειας της οικονομίας και των μειωμένων επιδόσεων σε επίπεδο των κανόνων δικαίου. Οι αδυναμίες αυτές περιορίζουν τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας και ως εκ τούτου οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν κυρίως σε αυτούς τους τομείς.
(voria)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου