Η πρόσφατη κόντρα μεταξύ της Κίνας και της Ιαπωνίας, που είχε ως αφορμή τη σύλληψη ενός Κινέζου καπετάνιου ψαροκάϊκου, αποκλιμακώθηκε μετά την απελευθέρωσή του. Τα κρατικά ΜΜΕ της Κίνας μίλησαν για υποχώρηση των Γιαπωνέζων. Δεν είναι όμως καθόλου ξεκάθαρο για το αν η Κίνα είναι όντως ο νικητής της υπόθεσης. Οι προσπάθειες του Πεκίνου να περιορίσει τις λαϊκές αντιδράσεις εναντίον της Ιαπωνίας, δείχνουν τις αδυναμίες του κινεζικού μοντέλου. Το καθεστώς αδυνατεί να εκμεταλλευτεί τη κοινή γνώμη, και πολλές φορές παρασύρεται ή ωθείται σε ανεπιθύμητες πολιτικά κινήσεις, τόσο σε εσωτερικά όσο και σε διπλωματικά ζητήματα.
Η τελευταία διαμάχη με την Ιαπωνία αποτελεί ένα καλό παράδειγμα. Οι Κινέζοι προσπάθησαν να αποτρέψουν τις πατριωτικές εκδηλώσεις, και στάλθηκαν προειδοποιήσεις σε ιστότοπους κλπ προκειμένου να μην ενθαρρύνουν διαδηλώσεις ή άλλες ακραίες ενέργειες. Σε όσες διαδηλώσεις και πορείες έγιναν, η αστυνομική επίβλεψη ήταν τεράστια. Σε γενικές γραμμές το καθεστώς προσπάθησε με κάθε μέσο να εμποδίσει την εκδήλωση εθνικιστικών και πατριωτικών εκδηλώσεων του κοινού.
Ένας από τους λόγους για αυτή τη στάση του Πεκίνου είναι η προϊστορία. Σε τέτοιες περιπτώσεις, συνηθίζεται να εκδηλώνονται μαζί με τον λαό, και κάποιες φωνές που είναι καθαρά αντι-καθεστωτικές. Αυτό εξηγεί και τη προληπτική κράτηση αρκετών ακτιβιστών, προκειμένου να μη συμμετάσχουν στις αντι-ιαπωνικές διαδηλώσεις.
Ένας άλλος λόγος είναι πως το Πεκίνο δεν επιθυμεί να βγει προς τα έξω η αδυναμία του να επανακτήσει τα «χαμένα» εδάφη. Οι διαφωνίες όσον αφορά στη κυριότητα των νήσων Diaoyu/Senkaku είναι αρκετά παλιά, και το Πεκίνο ποτέ δεν προχώρησε πέραν της ρητορικής. Και παρά την αλματώδη ανάπτυξη του κινεζικού πολεμικού ναυτικού, η στρατιωτική δράση για ανάκτηση των εδαφών, ουδέποτε τέθηκε στο τραπέζι. Τα νησιά εμπίπτουν στη κατηγορία των περιοχών αυτών που καλύπτονται από την στρατιωτική συμμαχία Ιαπωνίας-ΗΠΑ. Ο πρώην ηγέτης Deng Xiaoping είχε πει το 1978, πως η υπόθεση των νήσων θα πρέπει να αφεθεί στις επόμενες «σοφότερες»γενιές, κάτι που δεν έτυχε προβολής στη Κίνα καθώς νομιμοποιεί κατά κάποιο τρόπο τη παρούσα κατάσταση. Η δήλωση του δεν αναφέρεται πουθενά, ούτε καν στα ιστορικά βιβλία.
Αλλά γιατί να φοβάται η Κίνα το λαό της; Ένας λόγος είναι πως το καθεστώς δεν θέλει να αναλάβει την ευθύνη για τη μη δυναμική στάση απέναντι στην Αμερική και στην Ιαπωνία. Παρά την λογοκρισία στο διαδίκτυο, πολλοί διαφωνούντες καταφέρνουν και περνούν τις αρνητικές απόψεις τους σχετικά με την πολιτική της κυβέρνησης. Αυτοί οι διαφωνούντες συνήθως επικεντρώνονται στην ανάγκη για ανάληψη σημαντικού διεθνούς ρόλου της χώρας, ανάλογου με την οικονομική της ευρωστία. Η κυβέρνηση φοβάται τις αντιδράσεις του λαού για μια σειρά από «παραχωρήσεις» που έχει κάνει σε τομείς όπως οι μειώσεις των ταριφών, και η σχέση της με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Παραχωρήσεις που θα εκλαμβάνονταν ως «προδοσία» αν γίνονταν ευρέως γνωστές. Οι ίδιοι φόβοι ισχύουν σχετικά με τη συμφωνία με τη Ρωσία αναφορικά με τα κοινά σύνορα μήκος περίπου 5.οοο χιλιομέτρων. Με τη συμφωνία αυτή, που υπεγράφη το 2008, νομιμοποιείται η ρωσική κυριαρχία σε μεγάλο μέρος της κινεζικής επικράτειας που καταλήφθηκε από τους Ρώσους επί εποχής τσάρων.
Μια άλλη αδυναμία της αδιαφανούς εξωτερικής πολιτικής του Πεκίνου έχει να κάνει με τη λήψη αμφίβολων πολιτικών προκειμένου να καθησυχάζει τους εθνικιστές. Στη πρόσφατη διαμάχη με την Ιαπωνία, το Πεκίνο χρησιμοποίησε οικονομικά μέτρα, όπως η αποθάρρυνση των Κινέζων τουριστών στο να επισκέπτονται την Ιαπωνία, και την απειλή να διακόψει τη προμήθεια σπάνιων μεταλλευμάτων στους Ιάπωνες.
Τέτοιου είδους τακτικές μοιάζουν πολύ με τις εθνικιστικές κραυγές για «μποϊκοτάζ των ιαπωνικών προϊόντων». Όπως όμως είπε ο Κινέζος πρέσβης Wu Jianmin, «σε αυτή την εποχή της παγκοσμιοποίησης, το 95% των προϊόντων της Sony κατασκευάζονται στη Κίνα. Είναι λοιπόν ηλίθιο να ζητάμε μποϊκοτάζ των ιαπωνικών προϊόντων».
Σε γενικές γραμμές, η πρόσφατη «επιθετικότητα» του κινεζικού κομμουνιστικού κόμματος έχει αναβιώσει την «κινεζική απειλή», με αποτέλεσμα κράτη όπως η Ιαπωνία, η Νότιος Κορέα, η Ινδία, και άλλες χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας να συμμετάσχουν σε μια άτυπη λέσχη περιορισμού της Κίνας, η οποία φέρεται να έχει την Ουάσιγκτον ως ηγέτη. Η προσπάθεια του Πεκίνου να περιορίσει τη διαδικτυακή κριτική εκ μέρους εθνικιστών Κινέζων, έχει καταλήξει σε μια ριζοσπαστικοποίηση της κινεζικής διπλωματίας, η οποία όμως υπονομεύει την παγκόσμια οικονομική ισχύ και επιρροή της χώρας.
Τι μέλλει γενέσθαι; Το καθεστώς θα πρέπει σύντομα να καταλήξει σε κοινή συνεννόηση με τον λαό της χώρας, προς το συμφέρον του έθνους. Και αυτό θα γίνει μέσω αναγνωρισμένων διεθνών πρακτικών και κανόνων. Το να συνεχίσει να αντιμετωπίζει τον λαό ως μια ακόμη απειλή, απλά θα δημιουργήσει μια ακόμη αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Πηγή: Foreign Policy
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου